Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

ΑΝΑΛΕΚΤΑ Γ'

Κάπου στα σύνορα Περσίας με το Αφγανιστάν ,στο μικρό χωριό ,ο ήλιος πάλευε και αναρωτιόταν αν θα έπρεπε να φύγει αφήνοντας τους ανθρώπους χωρις την ζεστασιά του ,συγχρόνως δε,η απουσία του έφερνε σκοτεινές σκέψεις ,να μαζεύονται σε απόμερα στενά οι άνθρωποι ,και να συνομωτούν ενάντια στον ευατόν τους ,σε ένα ρόλο που δεν ήξεραν ,και που κάποιοι άλλοι τους είχαν φορέσει σαν κουστούμια .
Στους σκονισμένους δρόμους κάποια φρύγανα κρατούσαν τον χορό που ενας πεισματάρης αέρας έπαιζε ,μια γυναίκα με κρυμμένο ολόκληρο το πρόσωπο βάδιζε γρήγορα απο τον φόβο μην συναντήσει κάποιον που θα της μίλαγε,ένα παιδί φόρτωνε ένα ζώο που δυσανασχετούσε ,όχι για το παιδί αλλά για την μοίρα του που του είχε τάξει ανθρώπους να υπηρετεί .Ηταν αυτή η γη που κάποια χρόνια ,πολλα θαρρώ ,είχαν περάσει οπλές αλόγων με μακρυά σπαθιά που κρεμόντουσαν στις θήκες, και πεινασμένοι στρατιώτες που  ζήταγαν λίγη ζεστασιά ,σε αυτό το αφιλόξενο τόπο ,μακρυά, μυριάδες οργιές απο τις εστίες τους ,αναζητώντας το όνειρο ,στην ουσία όμως αναζητώντας το άστρο που θα άλλαζε την ζωή τους .
Ευτυχώς το βρήκαν και σκέφτηκαν να το κουβαλήσουν στις πλάτες τους να το φέρουν εδώ ,να το δώσουν σε αυτούς που το είχαν ανάγκη ..και το πήραν .
Ο ήλιος έφυγε απο το χωριό και σε λίγο το αστέρι της ζώής ανέβηκε ψηλά ,δεν ήταν πια πάνω απο το χωριό ,ήταν μακρυά εκεί που το πήγαν οι άνθρωποι του Μεγάλου Μακεδόνα ,το έφεραν και σε μένα ,να είναι ενα απο τα συστατικά ορισμού της ζωής .

Πολύ πιο πέρα και πιο κάτω ,κάπου στα σύνορα του Μάλι με τον Νίγηρα ,ήταν πρωί ,σε ένα μέρος με πολύ κόκκινο χρώμα ,μεγάλα δένδρα που τα κλαδιά τους έπιαζαν με τα αναριχώμενα που ήταν σε αυτά ,και ήταν λες σαν σε ερωτικό σύπλεγμα που κάποιος έδινε τους χυμούς και κάποιος την ζεστασιά της αγκαλιάς του .
Είχε σκόνη ,πολύ σκόνη ,απο μακρυά ένα φορτηγό με σκισμένες τέντες σήκωνε ακόμη περισσότερο σκόνη και ερχόταν αγκομαχώντας αργά ,και στην αλάνα που κάποιοι πολιτισμένοι άνθρωποι την έλεγαν πλατεία, περίμεναν .Τι άραγε περίμεναν μέσα στην ζέστη που άρχιζε σιγά σιγά να καίει τις πατούσες τους ..ένα παιδί στην αγκαλιά μιας μάννας είχε γύρει το κεφάλι του και κοιμόταν ,θαρρείς νεκρό χωρίς ζωή ,αδύνατο ,σκελετωμένο είχε τα μάτια του κλειστά και γύρω απο αυτά τσίμπλες απο την πείνα και την ανημποριά ..κάποιος καθόταν καταγής και είχε βάλει το ονειρό του και το δερνε ,και έξυνε με την μαγκούρα του την ράχη του περιμένοντας ..
Και το φορτηγό ήταν η ελπίδα ,η έλευση ζωής ,της παράτασης της έστω,και τα μάτια άνοιξαν διάπλατα
και τα κορμιά ίσιωσαν και οι ανάσες έγιναν κραυγές χαράς ,και όλα έγιναν γιορτή ,και ο ήλιος ντράπηκε απο χαρά και κρύφτηκε πίσω απο ενα σύννεφο ,και έδωσε λιγώτερη ζέστη και δρόσισε ...
Χιλιάδες μίλια μακρυά ,όλα αυτα ταξίδευσαν ,αυτή η μαγική αίσθηση της ελπίδας που έφερε τα πάνω κάτω και η ελπίδα έγινε αστέρι ,και μαζί με το άλλο που είχε κοντοσταθεί και περίμενε κάναν ενα ζευγάρι και ήταν ακόμη ένα ,και όλα μαζί να ενωθούν και να γίνουν το απόλυτο άπαν .

Μια και τόπαμε και προδώσαμε το μυστικό ,κάπου στην άκρη του ποτέ ,εκεί που το φώς είναι απόλυτο ,εκεί κοντά στις ακτές της Ισλανδίας ,δεν υπήρχε μέρα ,δεν υπήρχε νύχτα ,ούτε μυστικά και ενοχές ,υπάρχει μόνο φώς ,απόλυτο φώς και οι λιγοσοί κάτοικοι εκεί στο ψαροχώρι ένοιωθαν ,οτι το κρύο ,το χιόνι ,και το φώς ήταν ο δικός τους παράδεισος ..
Εμοιαζε ο τόπος αυτός σαν την ακρη του κόσμου ,πες το ταξίδι του θνήσκοντος σώματος όταν περνά στην ανυπαρξία ,δεν υπήρχε τίποτε το αντίθετο ,μόνο μια άκρη του νήματος ήταν γνωστή ,η άλλη χανόταν χιλίαδες μίλια μακρυά
Κάποιος ψαράς περπάταγε δίπλα στην βάρκα του ,που ήταν για άλλους θάλασσα ,και μέσα απο τους καπνούς που έβγαζε η πίπα με τον μαρύ λαιμό και την σκαλισμένη άκρη ,έβαζε λίγο δηλητήριο στα πνευμόνια που έσκαγαν απο το πολύ φώς .
Η άλλη άκρη του νήματος βρέθηκε ,ψηλά πολύ ψηλά ,ένα σιδερένιο πουλί πήρε μαζί του το φώς και το ταξίδεψε ,και το έφερε σαν το φώς της ανάστασης που παραμένει κρυμμένο σε ανήλιαγα μπουντρούμια και ήρθε και αντάμωσε το αστέρι απο την Ανατολή ,την Ελπίδα απο τον Νότο ,και έγιναν όλα ένα ,και έδωσαν την απόλυτη χαρά σε αυτόν που την περίμενε χρόνια και έγινε το όπλο και το μέσο που διαπερνά τον αέρα ,τον τοίχο ,το χρόνο ,και φέρνει την ζωή ξανά και ξανά.

Το Αστέρι μαζί με την Ελπίδα και το Φώς να τα αγκαλιάζει πήραν σάρκα και έχουν όνομα .......

ΚΑΠΕΤΑΝ ΑΠΕΙΡΟΝ

ΥΓ. υπάρχουν εκατομμύρια αστέρια εκεί ψηλά ,φτάνουν για όλους μας ,ας βρεί ο καθένας το δικό του
Υπάρχει περίσευμα απο όσα μας πήραν ,και είναι αρκετό για όλους μας ,να μας δώσει ελπίδα ,
και πάνω απο όλα υπάρχει ατέλειωτο φώς ,να φωτίσει την ζωή μας ..

Κ.Α

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13:ΘΕΩΡΙΕΣ ΥΠΝΟΥ

  Είχα πέσει για ύπνο,νωρίς σχετικά,πάντα το έκανα έτσι,από φόβο,μην και δεν τηρήσω το μέτρο,μην και χαλάσω μια ισορροπία φτιαγμένη στα μέτρ...