Τετάρτη 12 Ιουνίου 2019

ΧΛΩΜΑ ΔΩΜΑΤΙΑ


Οταν κάθομαι και αναρωτιέμαι σε πόσα δωμάτια έχω μείνει,
έχω κάτσει χάμω,έχω προσκληθεί,έχω σταθεί όρθιος και αναποφάσιστος,έχω μπεί απρόσκλητος,έχω μπεί παράνομα,
με την έννοια οτι,δεν είχα ζητήσει άδεια για τα πρώτα,
και δεν θα μου επέτρεπαν να μπώ σίγουρα,για τα δεύτερα .

Ολα,μάλλον,είχαν μια πόρτα,να μπείς,και την μοναδική διέξοδο να 
βγείς,ένα η δύο παράθυρα,μια ακόμη διέξοδος στην δραπέτευση μυαλού και αισθήσεων,νάναι μωσαικό κάτω,άλλοτε πλακάκια συνήθως υπόλευκα,μπορεί και γκρί,ξύλινο πάτωμα και σπάνια μάρμαρο,
τετράγωνα σε σχήμα τα πιο πολλά,κάποια παραληλόγραμμα,
και αρκετά παράταιρα με γωνίες και τραπέζια σχήματα,
ψηλά στο ύψος λίγα,χαμηλά τα πιο πολλά,όλα όμως απολύτως,ήταν χλωμά,σαν τα πρόσωπα που τα βάραινε πυρετός και κόπωση.

Έμπαινα στα μικρά σαν αλογοκυλίστρα παιδικά μου δωμάτια,
και ένοιωθα οτι οι τοίχοι που είχαν μαζέψει φωνές και γκρίνια,
ήταν έτοιμοι να μου επιτεθούν,να με βάλουν και μένα σε αυτό το παιχνίδι που παιζόταν όταν έλειπα,το φως αναιμικό δεν έμπαινε εύκολα,
και οι σκιές σαν καλικάντζαροι παραμόνευαν στις σκιές και με περίμεναν.
Εμπαινα με φόβο και ένοιωθα οτι,γυρνώντας το βλέμμμα μου πολύ γρήγορα,θα προλάβαινα να δώ φευγαλέα τις σκιές τους,
γιαυτό και απέφευγα τις απότομες κινήσεις και έμπαινα ''αδιάφορα''.
Εκεί,στους τοίχους,στα πορτοπαραθύρια είχαν ακουμπήσει και κατακάτσει φωνές και γλέντια,βογγητά και ευχές,
όνειρα που αλήτικα κόβαν βόλτες κάθε βράδυ πριν κάτσουν στην άκρη να περιμένουν τα άλλα της επόμενης μέρας.
Ολα μαζί,καταγραμένα στο αιώνιο δίσκο των ηλεκτρομαγνητικών μηνυμάτων που τα λέμε μνήμη,που τα λέμε συνείδηση και υποσυνείδητο.

Τα χλωμά μου δωμάτια,πολλά απο αυτά,μπορεί να τους επέτρεπαν να έχουν φώς,όμως τις πιο πολλές φορές εμπόδια βάζαν στην κατάκτηση του χώρου απο τις ακτίνες του ήλιου και του φεγγαριού.
Κουρτίνες και ξώφυλλα,μπαίναν ανάμεσα,
και χωρίζαν το φως απο το μέσα.
Κάποιες ακτίνες που ξέφευγαν απο τις γρίλιες,κάποιες άλλες που λοξιδρομούσαν πάνω σε ένα γυαλί και σε ένα βάζο,
και διαθλασμένες και εξασθενημένες φτάναν μέχρι τους τοίχους .
Τοίχοι πέτρινοι,τεράστιοι σε πάχος,χοντροί όσο δεν είμασταν εμείς τότε,φούσκωναν με το χρόνο απο την υγρασία,και έμοιαζαν με παστίτσιο που έκανε ροδαλές φουσκάλες όταν σιγοψηνόταν .
Πατώματα απο ξύλο,στραβές τάβλες,που δεν χώνευε η μία την άλλη, γιαυτό και αφήναν και ένα κενό αναμετεξύ τους,που,με το καιρό γέμιζε με ψίχουλα,με τρούφες απο σκόνη και σκουπίδια που μαζεύτηκαν,
και κρύφτηκανε απο το φαράσι της κυράς Λένης .

Τα επόμενα δωμάτια της εφηβικής ηλικίας,πάντα χλωμά,
πάντα σκεφτικά,τοίχοι που ποτίστηκαν απο δάκρυα και καημούς,
χαρές,γίναν συζητητές μου,με είδαν να μεγαλώνω,να κρυφογελούν με τις ιδιοτροπίες μου,τις ανοησίες μου,τις μαλακίες που τράβηξα με την συνενοχή τους.
Υπόγεια δωμάτια με ένα γλόμπο,συνήθως με θαμπό φώς,
να γεμίζει το δωμάτιο σκιές και νάναι οι συνδαιτημόνες,
και άλλοτε οι εχθροί,μια πόρτα,ένας φεγγίτης ψηλά,
να μην τον φτάνεις, νάναι οργιές πάνω απο μένα,και νάναι η ελπίδα που ήθελα να μεγαλώσει να γίνει πουλί,να γίνει αέρας,
να βγεί απο κείνο τον φεγγίτη,έξω στο φως,να ταξιδέψει στον ουρανό,
να γεμίσει χρώματα και να πασπαλισθεί απο μυρουδιές όμορφες..
Πλακάκι κάτω,να γλυστράει σαν διάολος,κάθε φορά που η μάννα μου έβγαζε τα απωθημένα της,τρίβοντας το,να βγάλει το άχτι της,
που το κωλοδωμάτιο,της στερούσε ουρανό,και εμποδούσε τα βλέμματα της,να ταξιδεύουν μακρυά.Χωρίς και εκείνη να ξέρει,που.
Ομως ήξερε καλά οτι,εκείνο το χλωμό δωμάτο ήταν η σκλαβιά της,
ήταν η τιμωρία της,και ήταν η καταδίκη της,να το τρίβει κάθε μέρα και πιο πολύ,να το γυαλίζει κιάλο,μήπως και πέσει κανένας και γκρεμοτσακιστεί,και μας αναγκάσει να φύγουμε απο κείνο το χλωμό και ανήλιαγο δωμάτιο.

Μετά,αργότερα τα ανήλιαγα,έγιναν προσήλια,ισόγεια,και ανώγεια,
πάντα όμως είχαν την χλωμάδα τους,απομεινάρι των επιθυμιών μας,
και της ανημπόριας μας,να σπάσουμε τα δεσμά μας,όλοι.
Τώρα,πέραν απο την πόρτα,είχανε και παραθύρια,με μάνταλα στην αρχή, με αλουμίνια στην συνέχεια,νάυλον κουρτίνες στην αρχή,μέχρι και μεταξωτές πολύ αργότερα,πάντα βάζαν εμπόδια,για να μην φεύγουν τα όνειρα εύκολα απο την κάμαρη,να μένουν εκεί,στοιβαγμένα και να μαραζώνουν,αφού οι λίγες ακτίνες απο το φώς ζορίζονταν να περάσουν τα εμπόδια πουβάζαμε όλοι μας ..
Οσο ήταν φτωχικά μάζευαν και τις προσδοκίες πιο εύκολα,
τα όνειρα να κυκλοφορούσαν ανεμπόδιστα,τα έπιπλα που δεν έπαιζαν κανένα ρόλο στο έργο,το μέγεθος που σου επέτρεπε να τεντωθείς,
και να νοιώσεις τα ακροδάχτυλα σου να ακουμπούν στο τοίχο.
Ενοιωθες την επαφή,και καταλάβαινες οτι ψήλωσες,
και αυτό το γαργάλημα ήταν ευχάριστο και ήταν και παρακινητικό .

Μεγαλώντας,μεγάλωναν και τα δωμάτια,αλλά γινόταν πιο απρόσωπα πιο βαρετά,πιο άνετο περπάτημα,με παντούφλες να σου μουλιάζουν τα πόδια,η θαλπωρη νάναι ψευδαίσθηση της άνεσης,και η πατούσα αδιάφορη πολύ,αφού είχε ξεχάσει,πώς ήταν,η στενή σχέση της με το πάτωμα απ'ευθείας.
Τώρα τα παράθυρα,ήταν πολύ μεγάλα,οι κουρτίνες γίναν διπλές,
λεπτές οι μέσα,βαριές οι απέξω, όμως συνεχίζαμε να βάζουμε εμπόδια στο φως.Οι τοίχοι τώρα,άκουγαν πιο λίγα,τα συναισθήματα πούχαν κατακάσει πάνω τους λιγώτερο έντονα,ένας πολιτισμός υποχώρησης και παράτησης κυριαρχούσε.
Τα πατώματα αποκτήσανε χαλιά,τα έπιπλα είχαν ρόλο,ήταν βαριά και ακριβά και κυριαρχούσαν στο χώρο,και οι άνθρωποι υποχωρούσαν,
τα φωτιστικά ήταν με ρύθμιση,τα λαμπατέρ δίναν το μοτίβο,
πολλά φωτιστικά,πάνω στην οροφή,στους τοίχους,φωτιστικά επιδαπέδια και επιτραπέζια,ένας χορός απο φώτα,που ποτέ δεν συντονίστηκαν όλα μαζί,λίγο απο το ένα,λίγο απο το άλλο,δειλά πάντα.
Οι σκιές γίναν πολλές,κρυβόντουσαν πιο εύκολα,πίσω απο τα μεγάλα επίπλα,τους φαρδείς για ευαίσθητους κώλους καναπέδες,
τα όνειρα,αν υπήρχαν,δεν είχαν ρόλο,οι λέξεις ήταν στρογγυλές,
και οι έννοιες,μικρές,στενές,και λίγες.Πολλά φωνήεντα,αλλά λίγα σύμφωνα,ίδιες εκφράσεις για πολλά πράγματα,να περιγράφουν τα λίγα θέλω,και να περισσεύουν οι κοινοτυπίες του άηχου λόγου,
φτώχεια,ντυμένη όμως,με ακριβά φτιασίδια.

Τα δωμάτια μου ήταν χλωμά και συνέχιζαν να είναι,
κάποτε ήλπιζα οτι,οι σκιές ήταν η παρέα μου και οι φίλοι μου,
σήμερα οι σκιές γίναν πολλές,αλλά δεν είναι φίλοι μου πιά.
Τώρα,πιο εύκολα βλέπω τους καλικάντζαρους μέσα στο χώρο,
τότε με προκαλούσαν να αντιδράσω,τώρα,έχουν και αυτοί βαρεθεί κουραστεί,και μένουν να γεμίζουν τον χώρο μόνο.
Κάποτε μια αχτίνα που είχε ξεφύγει από το παραθύρι,
την έβλεπες γεμάτη σκόνη να σου ταράζει την λογική σου,
σήμερα αν την δείς,τρέμεις απο ταραχή,που έχεις σκόνη,εσύ,
στο καταπληκτικό σου δωμάτιο,εσύ,που τέτοια δεν τα επιτρέπεις .
Ακου σκόνη....

Θάθελα νάχα ένα δωμάτιο,χωρίς κανένα έπιπλο,γυμνό τελείως,
χωρίς φτιασίδια και κουρτίνες,χωρίς τζάμια και κουφώματα,
χωρίς πόρτες και σύρτες,να κάθομαι στο πάτωμα,να μπαίνουν όλα τα αερικά ελεύθερα,οι καλικάνταροι νάναι ζόρικοι και τσαντισμένοι,
και εγώ νάμαι συμμέτοχος.

Αυτό μου λείπει,νάμαι συμμέτοχος,και όχι αμέτοχος σε χλωμά δωμάτια.
Ομως δεν μου το επιτρέπουν οι κοινότυπες συνήθειες και ανάγκες,
''δεν μου αρμόζει''.
Με την γύμνια του  χώρου,'δεν ''επιβεβαιώνεται'' ο κόσμος μου,σήμερα.
Το χθές,έχει χαθεί μέσα στην αχλύ των ζωντανών αναμνήσεων,
που όμως δεν  μπόρεσαν να νικήσουν στο αγώνα του χρόνου που επισυνέβαινε,και κυριαρχούσε,
σαν την πλάκα που σύρεται με αργό τρόπο και κλείνει μια καταπακτή.

Το σκοτάδι είχε πρόσκαιρα νικηθεί απο τα αχαλίνωτα θέλω και τώρα; Επαιρνε θέση,για να ξαναπάρει εκδίκηση και να κυριαρχήσει τελικά.
Τα όνειρα μου,στα χλωμά δωμάτια,ήταν μπλέ απο το χρώμα του ουρανού και της θάλασσας,ήταν κόκκινα απο μάτια κλαμμένα και ήταν πράσινα απο την ελπίδα που καιροφυλακτούσε,άρχιζαν να ξεθωριάζουν,
και όλα να γίνονται ένα χρώμα γκρί του μολυβιού,ομοιόμορφα 
και ξελιγωμένα,πλατυασμένα και πλαδαρά,ξαπλωμένα σε μαξιλάρια,αραγμένα στην ακινησία του τίποτε,πιά.

Χλωμά δωμάτια,όλων των ειδών και όλων των διαστάσεων,
με βρήκαν και τα βρήκα,γεμάτα καλικάντζαρους και σκιές,
με σκόνη,υπόγεια και ανώγεια,με πόρτες ολάνοιχτες και πόρτες σφαλιστές,και το γράμμα που ήρθε με βουλοκέρι, και ακόμη μένει ανέπαφο,αδιάβαστο,παρατημένο στο σκρίνιο κάποτε,στο σύνθετο αργότερα,στο ακριβό τραπέζι τώρα.
Σε αυτό το γράμμα,είναι οι κώδικες επικοινωνίας με τους φίλους μου,
τα φαντάσματα και τις σκιές,τους δαίμονες και τους αγγέλους,
και ξέρω οτι,όταν ανοιχτεί θα χαθεί η μαγεία της άγνοιας,
και όλα θα γίνουν στάχτη και θα εξαφανιστούν.

Μου αρέσει,που δεν ξέρω,μου αρέσει που φαντασιώνομαι.
Είναι ένας λόγος να υπάρχω..

Τα χλωμά μου δωμάτια θάφτιαχναν μια πόλη,
την πόλη μου,την Ιανόπολη.


ΔΕΛΦΙΝΟΣΗΜΟΣ 









   












ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13:ΘΕΩΡΙΕΣ ΥΠΝΟΥ

  Είχα πέσει για ύπνο,νωρίς σχετικά,πάντα το έκανα έτσι,από φόβο,μην και δεν τηρήσω το μέτρο,μην και χαλάσω μια ισορροπία φτιαγμένη στα μέτρ...