Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2018

ΤΑ 21 ΣΚΑΛΙΑ /ΣΚΑΛΙ 7/1985,Ο MANAGER


Λένε,πως εμείς οι Υδροχόοι,είμαστε αρκετά βαρεμένοι,
που σχεδόν πάντα,είμαστε εκτός τόπου και χρόνου,χανόμαστε στις ψευδαισθήσεις μας,φτιάχνουμε φανταστικούς κόσμους,και ενοικιάζουμε μικρά δωματιάκια για λίγο χρόνο,και αφού βαρεθούμε,
νάμαστε για πολύ,στο ίδιο χώρο,ψάχνουμε για μια ακόμη εμπειρία,σε μια άλλη διάσταση πάντα.

Ο συνδυασμός Υδροχόου και Ιανού,ήταν για μένα η δικαιολογία,
και η βολική εξήγηση προς όλους,να περνάω εύκολα και χαριτωμένα
τις μεγάλες εσωτερικές αντιφάσεις μου,να τις κάνω προφανείς, κατανοητές δηλαδή σε όλους,αλλά ακατανόητες εσωτερικά,σε μένα .
Αποδιώχνοντας τον χρόνο,στην ουσία κάθε μέρα γινόμουν ασύστολα υπηρέτης του,και με ένα πεισματικό καταναγκασμό,του έδινα την μορφή του άγχους,για να είμαι δήθεν συνεπής μαζί του .

Γύρναγε ο χρόνος,χανόταν μέσα στην ανυπαρξία του,
και στην απεραντοσύνη του συνάμα,και εγώ πρέπει τώρα να τον επικαλούμαι,για να περιγράψω τις  στάσεις της ζωής μου,
σ'ένα λεωφορείο με μαγκωμένη είσοδο.
Εμπαινα με δυσκολία,έτρεχα σαν τρελός μέσα στο λεωφορείο με την μεγάλη μούρη,και πριν φτάσει στην επόμενη στάση,είχα βγεί απο πίσω,
άλλοτε σαν κύριος,και άλλοτε σαν κλέφτης .

Ηταν 1985 χρονιά που,γέμιζε σελίδες απο γεγονότα παντού .
Στην Ελλάδα κυβερνούσε το Πασόκ του Ανδρέα,του''δώστα όλα'',
κέρδισε και τις εκλογές εκείνο το χρόνο,απέναντι στον Μητσοτάκη,
με το σύνθημα ''καλλίτερα παπάκι παρά με Μητσοτάκη''.
Ηθελε κιάλο χρόνο,ο αθεόφοβος,να κάνει την Ελλαδα χωματερή,
να βάλει γερά τα θεμέλια της ασυδοσίας,της σπατάλης,
και δεν βαριέσαι,μια χαρά περνάμε τώρα,τι να λέμε .

Η 17η Νοέμβρη,συνέχιζε να σκοτώνει,τους κακούς καπιτάλες,
και ανάθεμα αν,τα απολιφάδια που την αποτελούσαν,παπαδοπαίδια,
και χαζομαλάκες,παίζαν με τα σπίρτα,και όταν δεν παίζαν το πουλί τους,ξεπάστρευαν και κάποιον,σε μια ήδη αδιάφορη κοινωνία πασοκισμού .
Ο 22χρονος Κασπάροφ σοβιετικός αλλά αντιρρησίας,
νικά τον άλλο σοβιετικό,υποτακτικό του καθεστώτος Καρπόφ,
και γίνεται ο μκρότερος παγκόσμιος πρωταθλητής,ενώ την ίδια χρονιά ένα αεροπλάνο της Japan airlines συντρίβεται στην Ιαπωνία μαζί με 520 επιβάτες και κρατά το ρεκόρ μέχρι σήμερα,γκρεμίζεται και η εξέδρα του σταδίου Χέυζελ στις Βρυξέλλες,ενώ το κόσμο κυβερνούν ο ανίκανος Ρήγκαν και ο άχρηστος Γκορμπατσόφ.

Ο Θεός είχε χάσει πάλι στο πόκερ απο τον Χάρο,το κέρδος-στοίχημα,
που ήταν,μια χρονιά χωρίς θανάτους πουθενά και για κανένα.
Εχασε,και τα ειδοποιητήρια του,πήγαν,και δυστυχώς τα άνοιξαν οι παραλήπτες,και ''φύγαν'' άνθρωποι,σαν τον Κωνσταντάρα,
τον ''φίλοι μου αγαπημένοι'' Γιώργο Οικονομίδη,
τον μπαρπαΒασιλείου,σημαντικό ζωγράφο,
την Σαπφώ Νοταρά του ''Σόδομα και γόμμορα '',και απο ξένους,
τον Εμβέρ Χόντζα,της περίκλειστης Αλβανίας,και τον πολύ μεγάλο,
Ορσον Γουέλς του Πολίτη Κέην,ίσως την πιο σημαντική ταινία,
απο ύπαρξης του κινηματογράφου,μέχρι σήμερα .

Ημουνα λοιπόν και εγώ στο χρόνο πούγραφε 1985,
και έβαλα αγγελία,και να,τι προέκυψε για χειρός και μεγαλοσύνης 
Κικής Δημουλά.
''Διατίθεται απόγνωσις,
 εις αρίστην καταστασιν,σε τιμές ευκαιρίας.
 Ανεκμετάλευτον και εύκαρπον έδαφος πωλείται ,
 ελλείψει τύχης και διάθεσης χρόνου .
 Αμεταχείριστος εντελώς .
 Πληροφορίαι:Αδιέξοδον
 ώρα:Πάσα '''

Εγώ λοιπόν ο Μωυσής Λέβας,ζούσα στους χρόνους εκείνους του 85,
και ήμουνα όλα μαζί που περιέγραφε ο ποιητής παραπάνω.
Δούλευα σε μια μεγάλη πολυεθνική εταιρεία,που ήρθε στην Ελλάδα χωρίς κεφάλαια,νοίκιασε ένα σαραβαλιασμένο εργοστάσιο στο Αγιο Στέφανο,που δήθεν συναρμολογούσε αυτοκίνητα,και ήτανε μαζί με τα Datsun,οι μοναδικές μονάδες παραγωγής εγχώριων αυτοκινήτων.
Ενας ψηλός ξερακιανός,σαν αφυδατωμένη σταφίδα απο το Πακιστάν, ένας μπεκρής Εγγλέζος,διευθυντής παραγωγής,και ένα Γάλλος Δον Ζουάν,δντής μάρκετινγκ,ήτανε οι πρωτομάστορες της  προσπάθειας αυτής.
Και βγήκαν στους δρόμους,τα πρώτα Οpel kadett,φθηνά σε σχέση με τα εισαγώμενα,άσχετα αν σκούριαζαν εύκολα,τα λάστιχα ήταν αόρατα,
και έστριβαν ανάλογα την μέρα.Ομως είχαν καλούς κινητήρες,
και ήταν μια κάποια λύσις στους έγκαυλους για τετράποδο όχημα της εποχής.
Αν η διαπλοκή εφευρέθηκε στην εποχή του Ανδρίκου,
στην περίπτωση της GM απογειώθηκε από τους υπεύθυνους,
σε μια επένδυση της πλάκας,μαζί με ένα φορολογικό ξεφόρτωμα των πλαισίων αυτοκινήτων απο την Γερμανική θυγατρική της,στην Ελλάδα .

Ζούσα,ημέρες δόξας εκείνη την χρονιά,αφού είχα αναλάβει την διαχείρηση του πιστωτικού τμήματος της εταιρείας,απέναντι στους μεγαλοπαράγοντες αυτοκινητάδες της εποχής.
Ημουνα,ήδη εκεί,4 χρόνια,αφού έφυγα απο το Μινιόν,με τις πανέμορφες γκόμενες,την θέση του εσωτερικού ελεγκτή με δέκα κοπελιές προσωπικό,και να περνάω σαν τον φύλαρχο στην ζούγκλα με τα καταπράσινα φύλλα και τις τα τσαμπιά απο τις μπανανιές που κρέμονταν πάνω από το κεφάλι μου.
Τι σκαρφάλωμα και αυτό,και τι γλυκές που ήταν τότε οι μπανάνες,
αλλά και τα μούρα,ξανθές οι μπανάνες,κατάμαυρα τα μούρα,
να τα τρώς,και να ξερογλύφεται ο γέρος που σε βλέπει,
με γεμάτο στόμα,και κατάμαυρα χείλη.

Πήγα εκεί,γιατί με εξίταρε μέσα μου,να πάω σε αμερικάνικη εταιρεία, εμένα,που,ούτε απέξω από την αμερικάνικη πρεσβεία δεν περνούσα,
να μπώ στα άδυτα της,να την ρίξω απο μέσα,να την εκδικηθώ,
μαζί με τον Ανδρέα,που φώναζε ''φονιάδες των λαών Αμερικάνοι'' .
Ομως πήγα και για ένα άλλο λόγο,λίγο πιο πρακτικό.
Ηταν πολλά τα λεφτά,και ήταν καταπραυντικό των ανησυχιών μου,
έτσι για να κοροιδέψω τον εαυτόν μου,ακόμη μιά φορά.

Αλλά εκεί,πέραν από Χριστό που τον είπα Παναγιώτη,
έγινα σκλάβος της ματαιοδοξίας μου,των εσωτερικών μου αναγκών, πολιτικών και κοινωνικών,και υπηρέτης του αμερικάνικου ονείρου,
σε ελληνική έκδοση και πακιστανοαγγλογαλική διεύθυνση με μπόλικη γαρνιτούρα απο χρήμα που έρρεε,έτρεχε,έμπαινε σε τσέπες,
εξαργύρωνε καριέρες,και έκανε υποτακτικούς τους πάντες,
κάτω απο τις φτερούγες της .
Δούλευα κάθε μέρα,από 12 μέχρι 15 ώρες κάθε μέρα,
και έχασα όλα τα άλλα.Δεν πήρα είδηση,και δεν κατάλαβα,
την γέννηση των παιδιών μου,δεν ένοιωσα το κλάμα τους,
και δεν τα ξεσκάτωσα ποτέ, αφού δεν ήμουνα ποτέ εκεί.
Εφευγα κοιμόντουσαν,έφτανα αργά πάλι κοιμόντουσαν.
Και η γυναίκα μου τότε,αντί να με στείλει στο αγύριστο,
με κάλυπτε,και τάβαζε να κοιμηθούν πριν πάω,για να μην με ενοχλούν, τον αγά,που ήταν κουρασμένος,που μπορεί και ναήταν,αλλά...

Είχα αφήσει πίσω,την πολιτική,την αριστερά,τις διώξεις,
τις σφαλιάρες,το στρατιωτικό που με τσάκισε,και ήμουνα,
σε ένα κόσμο,που δεν είχε χρώμα,δεν είχε όνειρα και συναισθήματα,
δεν είχε κλάματα,δεν είχε μπουσουλήματα,είχε μόνο δουλειά.
Δούλευα και έτρωγα,σαν την αρκούδα,που,όταν δεν κοιμόταν,έτρωγε.
Εγινα εικόνα της και ομοίωσή της,αφού δεν με χώραγε πια το ασανσέρ, και ανέβαινα στο 4ον όροφο με βαρούλκο,αδυνατώντας να ανεβώ τα σκαλιά.
Ετρωγα,τα λουκάνικα σαν τυρί στην σαλάτα,έπινα την κόκα κόλα,
από το ντενεκέ,και έπινα ένα βαρέλι κρασί από το λάστιχο,
αφού βαριόμουν να περιμένω την κάνουλα,με λίγο-λίγο.
Χοντρός,στα ανώτερα της φτώχειας με τον μκροαστό αντάμα,
με τα πουκάμισα  να κάνουν ηρωικές προσπάθειες,
να μην εκτιναχθούν,σαν τον Σπούτνικ,και τραυματίσουν,
όποιον ήταν σε ακτίνα  βολής.
Φορούσα συνήθως,σκούρα κουστούμια,με την γυαλάδα της χρόνιας υπερκόπωσης τους,γραβάτες λεπτές με κόμπο,μικρό και αδύνατο,
να φαίνεται ακόμη πιο μικρός,από βουνό που ήταν ξαπλωμένη,
και παπούστια παντοφλέ,γιατί άντε,να σκύψεις να δέσεις τα κορδόνια. Ομως,κάθε πρωί,έβαζα τον καθρέπτη με τέχνη,για κάνω το τέστ,
αν έβλεπα το πουλί μου,και όταν τόβρισκα,με κάποια προσπάθεια βέβαια,πήγαινα με ανακούφιση στην δουλειά .

Πέρασαν έτσι τα χρόνια στην GM,και απο το 83,είχα αρχίσει να έχω παρτίδες με τους σημαντικούς αντιπροσώπους της OPEL στην Ελλάδα. Υπήρχαν οι πολύ πλούσιοι,τσιγκούνηδες συνήθως,λεφτάδες που τα σκόρπαγαν στο καζίνο,οι απόγονοι ενός Μπέη,ένας-δύο πιο μικροί,
και ένας συμπαθητικός τύπος με μουστάκι,από την Κρήτη που σχεδόν ποτέ δεν μίλαγε,και καθόταν πάντα μόνος του,στην άκρη στο τραπέζι.
Ηταν και μερικοί καινούργιοι,που πλήρωναν για να έχουν αβάντες,
να χρωστάνε,να εξαγοράζουν συνειδήσεις,να γίνονται χορηγοί καθηγητάδων,και εγώ,στην μέση,να πνίγομαι στο νερό του Καματερού,που τον έψαχνα στην Κω,να μου πληρώσει μια επιταγή πέτσινη,δεκάδων εκατομμυρίων,που έχει δώσει για αγορά αυτοκινήτων.
Ολοι κοιτάγαν να βρούν άκρες,σε ένα σύστημα σάπιο,και αμερικάνικο κατά τα άλλα .
Εγώ κάθε μέρα,κοίταζα την μεγαλοπρέπεια της κοιλιάς μου,
να μεγαλώνει,άναβα και ενα dunhill κόκκινο αμερικάνικο ακριβό τσιγάρο,και κάνοντας ακόμη λίγο χώρο,έσπρωχνα στο παχνί,
ότι μασιόταν και τρωγόταν.

Που πήγαν τα όνειρα,που πήγε η αριστερά,οι διαδηλώσεις,
τα οράματα και οι ιδεολογίες,οι τσακωμοί και οι διαγραφές,
τα βιβλία και τα θέατρα,που πήγαν τα ποιήματα,και που ήταν,
το παιδί,που μετρούσε τα άστρα, ένα-ένα,κάθε βράδυ.
Είχαν χαθεί στην απληστία του ζώου,στην ανάγκη να έχεις,
μια καλλίτερη μέρα,για σένα και τα παιδιά σου,
η μήπως,ήταν,μια χωρίς σκέψη κατρακύλα σε μια τσουλήθρα,
με έπαθλο ένα λουκάνικο;
Πόθεν προέκυψε όλο αυτό;Δεν ήταν τυχαίο φυσικά.
Ηταν η αδράνεια μετά την έντονη ζωή,και τα πλουμιστά και γεμάτα μυρουδιές χρόνια πριν,ήτανε μια κρυφή ανάγκη που ασυνείδητα ενεργούσε μόνη της,και οδηγούσε στο επόμενο πεδίο,
γεμάτο μπακλαβάδες και σιρόπια;

Εκεί στην μέση λοιπόν του χρόνου,πήρα την εκατοπενητάμετρη μέση μου,και τα μπόλικα κιλά μου μαζί,τα γυαλιά τετράγωνα σαν οθόνες τηλεόρασης,και έκανα το επόμενο μεγάλο επαγγελματικό βήμα.
Μιά απόφαση που την πήρα,παρα το γεγονός οτι όλοι,μα όλοι,
μηδενός εξαιρουμένου,με απέτρεπαν να το κάνω.
Για μια ακόμη φορά το έκανα,μόνος μου,και τελικά απεδείχθη πολύ σημαντικό βήμα για την συνέχεια  της ζωής μου.

Κάθε φορά,που έκανα μιά,σύμφωνα με τους υπόλοιπους κουτουράδα,μου καθόταν,πετύχαινε,σαν την σκύλα που την χαιδεύεις και σου κάνει χαρούλες,ακόμη και εαν δεν σε ξέρει.
Μου καθόταν,γιατί,βασισμένος πάντα στην γνώση μου για το κόσμο,
μέσα απο παρακολουθησή του,από την σωστή εκτίμηση,
αλλά και από την εξυπνάδα που κουβαλούσα πάντα μαζί μου.
Απο τότε,που θυμάμαι τον ευατόν μου,πάντα προσπαθούσα μόνος μου, να την επιβεβαιώσω,λύνοντας γρίφους,σταυρόλεξα,οτιδήποτε δύσκολο,και πάντα είχα την αγωνία εαν,τελικά τα είχα καταφέρει,
όπως εγώ ήθελα,και ήλπιζα να είναι σωστό το αποτέλεσμα .
Το έκανα για αυτοεπιβεβαίωση,για την πρόκληση,
απέναντι στην φτώχεια μυαλού των άλλων,για ανάγκη και μέσον ανέλιξης στην δουλειά μου,στο περιβάλλον μου;
Για όλα αυτά,μάλλον.Μπορεί και όχι.
 Το ρίσκο λοιπόν,ήταν ελεγχόμενο,ήταν μέσα στην ιδιοσυγκρασία μου ήταν η αδρεναλίνη που ήθελα να την παίρνω σαν χάπι,κάθε μέρα.

Εφυγα λοιπόν από την GM,και πήγα στην εισαγωγική αυτοκινήτων,
μιας μάρκας που δεν πούλαγε απολύτως τίποτε,σαν οικονομικός και διοικητικός Δντής,βασιζόμενος στην δική μου αίσθηση,
στην εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του επιχειρηματία,και στην ειλικρίνεια των σχέσων,που είχαμε δημιουργήσει απο την προηγούμενη μου,θέση.

Ηταν Ιούνης,και ήταν η πρώτη του μέρα,και εγώ ήμουν το πρώτο νούμερο στην κατάσταση της εταιρείας,αφού ήδη είχα βολευτεί,
με την ψευδαίσθηση μιας θέσης που δεν είχε τότε,
κανένα ουσιαστικό περιεχόμενο.

Ομως αυτή η αρχή,ήταν η αφετηρία μιάς υπέροχης πορείας 25 χρόνων,και αποτιμώντας την,εκ των υστέρων,την μέτρησα πολύ θετική, για μένα,για την εταιρεία,για τον επιχειρηματία.
Σ' ένα αχανή όροφο,σε μια γωνιά,είχα ένα παληό,
αλλά μεγάλο σε μέγεθος γραφείο,που βρήκα στην αποθήκη,
με τζάμι,σε όλη την επιφάνεια του,και μιά καρέκλα,
που πάλευε αγώνα άνισο,με τα κιλά μου.
Καθόμουν σαν τον Βούδα,και περίμενα.
Ειχα όμως κέφι,και ήξερα ακόμη και τότε οτι,όλα θα αλλάξουν,
και όλα θα πάνε καλλίτερα.
Η τριγωνομετρία της κοιλιάς μου,με κουμπιά σε έκσταση,
να τέμνει την άκρη του τζαμιού του γραφείου,και όλο αυτό το σουρεάλ,
να γίνεται εικόνα και γλυπτό,μαζί  με το κέφι και την αισιοδοξία.
Γυαλιά,είπαμε τετράγωνα,μεγάλα,μυωπίας,τσιγάρο,
και ύφος καρδιναλίου που διάταζε την σκόνη και την μοκέτα του απέραντου ορόφου,μέχρι σιγα-σιγά να αρχίζει να γεμίζει με κόσμο,
και να παίρνει μια άλλη μορφή ..
Απο το ένα,που ήμουν εγώ,μεγάλωνε ο αριθμός,και πριν το τέλος του χρόνου ήταν ήδη πάνω απο τριάντα άτομα.
Πως έγινε,και βρεθήκαν εκείνη την εποχή,τόσοι άνθρωποι ικανοί, μορφωμένοι,έξυπνοι,της πιάτσας,με κέφι και πολύ φιλότιμο,
και γίναμε όλοι,μια ομάδα απίστευτη,που έκανε θαύματα,
ακόμη και με τα άχρηστα αυτοκίνητα που είχε φέρει ο προηγούμενος εισαγωγέας,και σάπιζαν σε χωράφια στην Καλλιθέα,και αλλού .

Ποιό ήταν το μυστικό της επιτυχίας που ακολούθησε;
Ο επιχειρηματίας που με πρωτόγνωρο τρόπο για την εποχή,
παρέδωσε την ευθύνη σε δύο ανθρώπους,τους εμπιστεύτηκε,
και του επέστρεψαν επιτυχίες,και δημιούργησαν τα επόμενα χρόνια,
ένα κολοσσό,υπόδειγμα για όλη την αγορά;
Οι άνθρωποι που ήρθαν,και διαλέχτηκαν να ξεκινήσουν,
οι μορφωμένοι και τρελοί για το αυτοκίνητο νεαροί,
που έβαλαν την κάβλα τους,και την έκαναν δουλειά και επιτυχία;

Δεν ήταν ένα άστρο πούκατσε πάνω από την Βηθλεέμ της Αργυρούπολης, πουτόχε παραγγείλει κάποιος,και ήρθε.
Ηταν,ένας συνδυασμός πολλών πραγμάτων και ανθρώπων,
που όμως είχαν,πολλά κοινά,όραμα,δίψα,όρεξη,πολύ δουλειά,
και μαζί με φαντασία,αλλά και ρίσκα,που όλα σχεδόν,
έγιναν επιτυχίες.
Πάνω απο όλα,ήταν η ομάδα.
Παρά το γεγονός οτι,τότε,η εταιρεία,δεν είχε τα μέσα,ούτε τα χρήματα,
αλλά είχε το χάρισμα,να πείθει τους τρίτους,να βάζουν τα χρήματά τους, μετρητά με τις σακούλες,για να πάρουν ένα αυτοκίνητο μετά από βδομάδες .
Η ομάδα έφερε στην εταιρεία και τους συνεργάτες εμπόρους,
προίκα στην αρχή,εμπιστοσύνη στην συνέχεια,και έγιναν και αυτοί, μέρος της όλης πραγματικότητας,έδωσαν προκαταβολή,
και πήραν στην συνέχεια,μεγάλο κομμάτι της επιτυχημένης πίτας.

Εγώ,ο Μωυσής Λέβας,ξεκίνησα εκεί,να δουλεύω,το ίδιο πάρα πολύ,
να συνεχίζω να σπρώχνω την ζωή μου στα στενά περιθώρια της, δουλειά,σπίτι,φαγητό,και μπορεί να πέτυχε η μαγιά της δουλειάς,
όμως πλήρωνα τις μακαρονάδες,με λιγώτερο χρόνο για τον εαυτόν μου,
κυρίως όμως για τα παιδιά μου.
Ευτυχώς για όλους μας,είχαν μια εξαιρετική μάνα,που στάθηκε σε παιδιά,σαν μάνα και πατέρας. Βέβαια,πλήρωσε και αυτή,το τίμημα αυτής της επιλογής,που απο την μιά πλευρά πετυχημένο ήταν και σωστό,
αλλά απο την άλλη,χάθηκαν άλλα πράγματα,και είχαν και για την ίδια,
μεγάλο κόστος.

Το 1985 ήταν η μεγάλη αρχή,ήταν η αφετηρία της επαγγελματικής επιτυχίας,της αυτοεπιβεβαίωσης,της οικονομικής και κοινωνικής ανόδου απο την μιά,αλλά,και της παρακμής των ιδεών,των βιβλίων,των ονείρων, των φαντασιώσεων,των αναζητήσεων,από την άλλη.
Σταμάτησε η μία πλευρά του ευατού μου,να λειτουργεί,
και κοίταζε παθητικά και ανήμπορη να κάνει οτιδήποτε,την άλλη,
που πήγαινε με φόρα και φασαρία σε άλλα επίπεδα,
ανοίγοντας δρόμους,και μην κλείνοντας ποτέ,το αδηφάγο στόμα.

Θα αναρωτηθεί κάποιος,εαν μπορούσα να τα αλλάξω,
εαν μπορούσα έστω,εκ των υστέρων.
Τι θα άλλαζα,και ποιές άλλες επιλογές θα έκανα;
Μπα,λάθος ερώτηση ,στο λάθος άνθρωπο.

Ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας σκαλιά,
πηδώντας απο κλαρί σε κλαρί, την μιά,κάνοντας μονόζυγο στα σύνεφα την άλλη,και ακόμη αναρριχώμενος στα κλαδιά σαν την μαιμού που φαίνεται ο κώλος της,ή ακόμη ακόμη αναζητώντας απαντήσεις στα σκοτεινά υπόγεια του πολυδαίδαλου μυαλού μου,
ένα πράγμα δεν θυσίασα ποτέ:την ανάγκη,να ξεχωρίζω απο το πλήθος,
για όποιο καλό η κακό λόγο,βολεύεσθε,να πιστεύετε εσείς.
Εγώ τι πιστεύω;Σωστή ερώτηση,αλλά πάλι σε λάθος άνθρωπο.

Κούνια μπέλλα,μιά στο θεό ψηλά,μιά το πάτωμα φαρδύς-πλατύς,
αφού μόνος μου,είχα λιμάρει τα σχοινά,για νάχει πλάκα το παιχνίδι.

ΔΕΛΦΙΝΟΣΗΜΟΣ 

ΥΓ ΕΠΟΜΕΝΟ :ΣΚΑΛΙ 8 /Ο ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ 


 


 
















Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13:ΘΕΩΡΙΕΣ ΥΠΝΟΥ

  Είχα πέσει για ύπνο,νωρίς σχετικά,πάντα το έκανα έτσι,από φόβο,μην και δεν τηρήσω το μέτρο,μην και χαλάσω μια ισορροπία φτιαγμένη στα μέτρ...