Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2019

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5:Ο ΕΡΩΤΑΣ ΤΗΣ ΕΛΙΑΝΘΗΣ


Ηρθε με ψιθυριστά βήματα,ακούμπησε τα κερασένια χείλη της,στα δικά του,
έκλεισε τα μάτια του,και ονειρεύτηκε την επόμενη στιγμή.
Φανταζόταν τον ευατόν του,να στροβιλίζεται ανάμεσα σε αέρινα τούλια,
που τυλιγόταν γύρω απο το πρόσωπό της,
την έχανε,και πριν λυπηθεί,την ξανάβρισκε.
Ερχόταν σαν τον Ιησού μετά την ανάσταση στους μαθητές του,
δεν πίστευε οτι ήταν εκεί,αν δεν την ένοιωθε,
με αυτά τα απαλά αγγίγματα των καμπυλόγραμμων χειλιών της,
σαν το θρόισμα που κάναν τα ρούχα της,και το μεθυστικό άρωμα της.
Ηταν ένας θηλυκός μυροβλήτης,όταν ήταν εκεί,
σε ακούμπαγε απαλά η μυρουδιά της,
και όταν έλειπε σε τύφλωνε η αύρα απο το μύρο της.
Ο Ιανός ήταν βέβαιος οτι,κάθε φορά μύριζε την ίδια μυρουδιά,
με διαφορετικό τρόπο,ανάλογα με το τρόπο που τον κοίταγε.

-''Γειά σου'' είπε η Ελιάνθη.
-''Ναι,γειά σου και σε σένα'' προσπαθώντας να την κρατήσει κοντά του,
για λίγο περισσότερο.
Το μυαλό του έτρεχε στο χρόνο,μπρός,για να σκεφτεί τις στιγμές που θα ακολουθήσουν,πριν,για να θυμηθεί εικόνες πούτρεχαν μέσα στο νού του,
με ταχύτητα,καρέ -καρέ,μιας ταινίας που δεν είχε χρώματα,
μια ταινία σε μια απόχρωση του γκρί,
μια έρημος,και μια όαση,αυτή,και μόνο αυτή.

-''Συγνώμη που άργησα,αλλά είχε πάρα πολύ κίνηση'' δικαιολογήθηκε.
-''Αργησες;Ούτε που το πήρα είδηση,όντως είχε κίνηση''.
Τα είπε αφηρημένα,χωρίς να τους δίνει καμμιά ουσιαστική αξία,
ήταν,δεν ήταν έτσι,ποιός νοιαζόταν για όλα αυτά.
Θα την περίμενε ώρες,και θα την δικαιολογούσε,
οτι,και να τούλεγε,σκέφτηκε με χαρά.

Βρισκόταν σε ένα πολύ μεγάλο χώρο,ντυμένο στο λευκό φως,
ψηλά πολύ από τη γή,σε κάποιο όροφο ίσως,
ένα τραπέζι,με δύο λευκοπράσινα  βάζα,
με τρία τριαντάφυλλα το καθένα,κομέννα κοντά στα κοτσάνια τους,
ίσα που ακουμπούσαν στο νερό,που τους έδινε ζωή και κύρος.
Δύο καρέκλες με ψηλή ράχη,σε μια απόχρωση του απαλού γκρί,
δεν σε προκαλούσαν να κάτσεις,αντικρυστά τοποθετημένες,
και ένα χοντρό βιβλίο,γεμάτο αναμνήσεις τεθνεόντων περιηγητών.
Ενα τεράστιο κρεβάτι δέσποζε στον χώρο,
και δίπλα του δύο όμορφα λαμπαντέρ αναμένα,
να ρίχνουν ένα γλαφυρό και υποτονικό φώς στο δωμάτιο.
Το κρεβάτι σκεπασμένο με μια μπλέ καπιτονέ κουβέρτα,
και απο μέσα προκαλούσαν το μάτι,λινά κατάλευκα σεντόνια.
Ετσι είχε πεί,της άρεσαν,έτσι ήταν πάντα,για χάρη της.

Πέρασε απο μπροστά του αργά,γύρισε και τον κοίταξε,
με εκείνο το μυστηριώδες για την περίσταση μισοχαμόγελο,
τα μάτια της μισόκλειστα,και μαζεμένες όλες οι υποσχέσεις,
ριπές απο βλέμματα,του Ιανού την ψυχή,πυρπόλησαν.

-''Για,πες''είπε,ενώ άφηνε την τσάντα της,στην δεξιά καρέκλα.
Πάντα ήταν ένα μυστήριο,που παρέμεινε τέτοιο μέχρι σήμερα,
τι διάβολε βάζαν,και τι χωρούσε μέσα,κάθε γυναικεία τσάντα.
Ρώταγε δήθεν αθώα:
''Ρε κορίτσια,τι κουβαλάτε κάθε μέρα στην τσάντα σας;''
 και στην απάντηση,όλες συμφωνούσαν:''Γυναικεία πράγματα''.
Αντε τώρα να βρείς άκρη,ασήκωτες πάντα,ανακατεμένες πάντα,
και όταν της ζήταγε μια βούρτσα,να χαλιναγωγήσει τις όποιες τρίχες του,
με τον πιο φυσικό βέβαια τρόπο,του έλεγε:
-''Πάρτην είναι στην τσάντα μου..'' 
Eκείνος,από συστολή έβαζε το χέρι,
αποφεύγοντας να κοιτάξει,και ψαχούλευε,ανακάτευε,
το συρφετό πούπιαναν τα ακροδάχτυλα του,αλλά βούρτσα πουθενά..
Αγανακτούσε απο το ανηλεές και μη αποτελεσματικό ψάξιμο,
και πάντα σχεδόν,της την έδινε,και αυτή με το πιο φυσικό τρόπο,
έβαζε το χεράκι της,έβγαζε αμέσως την βούρτσα και του την έδινε,
με κείνο το σχεδόν κοροιδευτικό τρόπο..

Δεν της απάντησε στην ίδια πάντα κλασική της ερώτηση,
αφού μεταξύ των άλλων,είχε και την φιλοσοφία της τσάντας να μελετήσει.
Αφησε την τσάντα της να ακουμπήσει στην καρέκλα,
το πάλεψε με κανά δυό προσπάθειες να την σταθεροποιήσει,
μην και σκορπίσουν στο πάτωμα ''τα γυναικεία πράγματα'',
έτσι ανοιχτή που την άφηνε πάντα.
-''Γιατί βρε κορίτσι μου δεν την κλείνεις ποτέ,είναι επικίνδυνο,
θα χάσεις πράγματα;''της έλεγε ο Ιανός,
και αυτή πάντα,το μόνιμο επιμύθιο:
-''Tο ξέρω,έχεις δίκιο'''
Eίχε βέβαια δίκιο,αλλά ποτέ δεν τον άκουγε σε αυτό.


Ανασηκώθηκε η Ελιάνθη,και γέμισε ο χώρος απο ομορφιά,
μαζί με υποσχέσεις που ζητούσαν δικαίωση για λογαριασμό της.
Μια γυναίκα,που εξέπεμπε,μια γλύκα,ανακατεμένη με έντονη ερωτική επιθυμία.
Ηταν όμορφη,οχι εκθαμβωτική,αλλά για τον Ιανό ήταν η πιο όμορφη γυναίκα στο κόσμο.Τόλεγε,και το πίστευε,με όλες τις εξηγήσεις,
που απαιτούσε ο δύσκολος και απαιτητικός χαρακτήρας του.
Της τόλεγε συχνά και με πάθος,και αυτή τον κοίταζε με τα υπέροχα μάτια της,
και του απαντούσε πάντα έτσι:
''Ε όχι και η πιο όμορφη,έχω το γνώθι σ'εαυτόν..''
-''Ομως,το νοιώθω,το πιστεύω οτι το εννοείς,και μου αρέσει,τόσο πολύ ''
συνέχιζε πάντα,με τα ίδια λόγια.
Αυτό,της είπε και τώρα,την ίδια απάντηση του έδωσε και αυτή,
και συμφώνησαν οτι,δεν ξέχασαν ούτε ένα κόμμα,
και δεν παράλειψαν καμμιά λέξη,στην επιβεβαίωση της ομορφιάς της,
όπως την ένοιωθε και την πίστευε ο Ιανός.

Ο Ιανός στις αναζητήσεις του με το άλλο φύλο,πάντα πρόσεχε,
πολύ συγκεκριμένα πράγματα σε αυτό.
Τα μάτια,και οι ματιές τους,τα χείλη και και τα χέρια,
κυρίως τα δάχτυλα,ήταν τα σημάδια που του μιλούσαν,
και τον επηρέαζαν πάρα πολύ.
Αν είχε και ωραία πόδια,ήταν ακόμη καλλίτερα.
Αυτά του αρκούσαν,να φτιάξει φάκελο,να ανοίξει παρτίδες,
και να δημιουργήσει μια εικόνα,βάζοντας τα δικά του θέλω,
τις δικές του επιθυμίες,και στο όνειρο,τούδινε όνομα και τίτλο.
''Η Ελιάνθη,η πιο όμορφη γυναίκα στο κόσμο ..''

Σήμερα,φορούσε ένα μπλέ παντελόνι,αν και δεν αποδεχόταν
ο Ιανός τις γυναίκες που φόραγαν παντελόνια.
 Από πάνω φορούσε μια λευκή μπλούζα,
με κεντήματα γύρω απο το λαιμό,
και λευκή μικρή δαντέλα στο κάτω μέρος.
Φαινόταν οτι,φορούσε λευκά εσώρουχα,
αλλοίμονο της,αν ήταν κάποιο άλλο χρώμα,εκτός απο λευκό και μαύρο.
Την λάτρευε γιαυτό,τόκανε μόνο γιαυτόν,έτσι ήθελε να πιστεύει,
και ήταν το βασικό στοιχείο στην ζωγραφιά πούφτιαχνε για κείνην.
Μαύρα παπούτσια με τακούνι,ασημένιο σταυρό στον όμορφο λαιμό της,
ρολόι μεγάλο,ανδρικό σχεδόν,και κάτι μπιχλιμπίδια στους καρπούς της,
τα σιχαινόταν,αλλά δεν είχε καταφέρει,να την πείσει,
να μην τα κουβαλάει μαζί της,στα χέρια της .

Την κοίταγε σαν αποσβωλομένος,
ακίνητος,ενεός,ακούνητος και ασάλευτος.
Την θαύμαζε,για την εικόνα πούστελνε στην ψυχή του,
για τα ρωγμές στην ατσαλάκωτη δήθεν θεωρία του,
που προκαλούσαν τα βόλια από τα μάτια της,
οι υποσχέσεις,οι ερωτικές,οι ανήθικες,και οι σκέψεις,
οι ανομολόγητες,τον κυρίευσαν.

-Τι με κοιτάς,σαν να είναι η πρώτη φορά,σαν να με βλέπεις για πρώτη φορά''
''Μήπως,έχω κάτι και δεν σου αρέσει..''συνέχισε τις ερωτήσεις,
Ομως γινόνταν έτσι,για το παιχνίδι,για όλες τις ερωτήσεις της,
είχε η ίδια τις απαντήσεις,και τόκανε,
είτε σαν μέρος της ίδιας ιεροτελεστίας,
είτε κυρίως,σαν επιβεβαίωση οτι,αυτή,ήταν ο κυρίαρχος του παιχνιδιού,
ήξερε τους κανόνες,ήξερε τις ερωτήσεις,ήξερε και τις απαντήσεις.

-''Μ'αγαπάς;'' τον ρώτησε,με επιτήδευση στην χροιά της φωνής,
και με αναμονή γνωστής ήδη απάντησης.
Σαν ηχώ άκουσε την ερώτηση ο Ιανός.
Σαν πιστολιά απο όπλο πούχε ξεχαστεί και εκπυροκρότησε απο μόνο του,
σαν τον ήχο του νερού,που κυλάει μέσα στην χούφτα και αμέσως χύνεται στη διψασμένη γή,σαν το αεράκι που σπρώχνει τα φύλλα της ροδιάς για να φανεί μπροστά,ενας ήχος απόηχος,και μέχρι νάρθει η ερώτηση σε αυτόν,την ξέχασε.
-''Τι θα πει Μ'αγαπάς,ρωτάς να μπορώ να κάνω κάτι άλλο,
 αν έχω επιλογή,αν είμαι ελευθερος να σκεφτώ κάτι άλλο,
 δεν υπάρχει ερώτηση σε αυτό.
 Είναι σαν να λέμε οτι η νύχτα έχει ήλιο και η μέρα φεγγάρι,
 υπάρχει τέτοια περίπτωση,όχι,δεν υπάρχει.
 γιατί οφείλω απάντηση;''
-''Mου αρέσει,να μου το λες '' συνέχισε αυτή,
αφού είχε διαβάσει όλες τις κρυφές του σκέψεις..
-Σου αρέσει η λέξη Σ'αγαπώ;''αντιγύρισε ο Ιανός.Λοιπόν άκου:
-''Πολύ,απέραντα,αιώνια,χίλια σκαλιά,στον θεό,στον ουρανό,
 όσοι οι κόκκοι του γιαλού,όσα τα αστέρια του ουρανού,
 θέλεις εναν αριθμό μαζί με τον χρόνο δεμένα,άλυτο παγκόσμιο θεώρημα..
 και όταν επιλυθεί ξαναρώταμε,να σου απαντήσω με ένα ακόμη άλυτο γρίφο. 
-''Θέλω,μόνο την λέξη,τι θα γίνει μαζί σου,τόσο δύκολο σου είναι;''
-''Oχι καθόλου,εγώ δεν θέλω την κοινοτυπία της λέξης,
  και ενός ποσοτικού προσδιορισμού,
  αν λοιπόν θέλεις να με ξεπεζέψεις,μπορεί και  να σου το πώ.''
-''Δεν παλεύεσαι με τίποτε,σ'αγαπάω τόσο πολύ.
 Να,βλέπεις,εγώ το λέω απλά και κατανοητά,''
-Ενταξει έχεις δίκιο ..'' ζορίστηκε να πει ο Ιανός,
Αν και ήξερε οτι,αυτό ήθελε απ'αυτόν,ήταν ο απόλυτος συνδυασμός χρόνου και χώρου,την έξαψη της συζήτησης,και την αναζήτηση στα τάρταρα του μυαλού της .

Σαν σε σκηνή γυρισμένη μπροστά με ταχύτητα,
βρέθηκε ο Ιανός στα κάτω απο τα σκεπάσματα,
τυλιγμένος με τα λευκά χρώματα,και τις μυρουδιές της μανώλιας,
που ανέδυαν τα σεντόνια,πλυμένα με σιδερωμένα με επιμέλεια και φροντίδα.
Ετσι ανάκελα και ανασηκωμένος,μπορούσε να την βλέπει σε πλήρη εικόνα,
και να μην χάνει καμμιά απο τις λεπτομέρειες της ιεροτελεστίας,
που εξελισόταν εκεί,μπροστά του.
Εκείνη,η Ελιάνθη,έπιασε από τις κάτω άκρες την μπλούζα της,
και την έβγαλε με μεμιάς πάνω απο το κεφάλι της,και αμέσως κάθησε στην άκρη του κρεβατιού να βγάλει και το παντελόνι της,αφού ήδη είχε βγάλει τα παπούτσια της.
Εβλεπε την γυμνή πλάτη της,και κύματα απο ιερομήκη συναισθήματα,
μαζί με επιθυμίες,τον κυρίευσαν.
Αν και,την έβλεπε στο ένα μέτρο μπροστά του,
γύρναγε το κεφάλι σαν γυροσκοπικός φακός,να παρακολουθεί απο κοντά,
κάθε της κίνηση,κάθε σημείο του κορμιού της,που φανερωνόταν μπροστά του,
σιγά-σιγά.Κατέβασε το παντελόνι της,και σηκώθηκε όρθια
μόνο με τα άσπρα εσώρουχα της,μια παλακίδα,μια νεράιδα,
έβγαλε τα ρολογιοβραχιόλια της,μην και όπλα γίνουν στην μάχη,
μην και κάνουν άλλο ήχο παρεκτός απο αυτόν που περίμενε,
δεν ήξερε,δεν ρώτησε,δεν έμαθε.
Πήγε να ξεκουμπώσει το σουτιέν,
γυρνώντας όμως προς το μέρος του Ιανού,
περίμενε την απόφαση του.
Οχι της έγνεψε,και αυτή υπάκουα,άφησε τα χέρια της να πέσουν άψυχα,
και μπήκε κάτω απο τα σκεπάσματα.
 
Ο Ιανός ήξερε,και έμαθε καλά οτι,ο έρωτας έχει πάντα μυστικά,
μεταξύ δύο ανθρώπων που είναι μαζί.
Οχι καθημερινά,επαγγελματικά,οικογενειακά και άλλα,
αλλά μυστικά στον έρωτα,και την αναζήτηση της ευχαρίστησης,και της ηδονής.
Πρωταρχικό,ήταν να ξέρεις κάθε σπιθαμή του κορμιού του άλλου,
κάθε σημάδι,κάθε ατέλεια,αυτήν την ατέλεια αγαπούσε και λάτρευε κυρίως.
Κάθε επαφή ήταν βασισμένη κυρίως σε μια κίνηση,στην αγκαλιά,
στην τεράστια μεγάλη ζεστή τρυφερή αγκαλιά,στο δώσιμο του κορμιού σου,
σαν ασπίδα γύρω απο το κορμί του άλλου.
Ο έρωτας,δεν είναι μια διαδικασία επιβολής με δύναμη,
είναι μια το δώσιμο της υπερβολής στον αλλον,
κυρίαρχα όμως είναι,να δίνεις στον άλλον,αυτό που πρέπει να ξέρεις,οτι θέλει.
 Αν δεν το ξέρεις,και εαν δεν το μπορείς,μην πεις ποτέ για έρωτα και αγάπη,
μίλα για ερωτική γυμναστική με μπόλικο εγωισμό.

Στον έρωτα,πολέμησε να κατακτήσει τις κορυφές των άγνωστων επιθυμιών της Ελιάνθης,της έδινε αυτοπεποίθηση,και δύναμη,
την άφηνε να ταξιδέψει μόνη της,στις φαντασιώσεις της,
νάναι ελεύθερη να τον βάλει στον δικό της βαρέλι,
να γυρνάει μαζί του,να έχει αφήσει απέξω τους φόβους,τις ανασφάλειες της,
να παρασυρθεί,να μην σκέπτεται οτι,δεν είναι όμορφη,οτι δεν είναι επιθυμητή,
οτι δεν αρέσει.

Πέρναγαν οι στιγμές,και κάθε φορά έβαζαν στοίχημα,
να δοκιμάσουν ένα καινούργιο επίπεδο γνώσης και εμπειρίας,
και άλλοτε το κατάφερναν και άλλοτε όχι,
σημασία όμως είχε,ήξεραν και οι δυό οτι,
όλα πια,ήταν εύκολα,αθώα,όμορφα και πραγματικά . 
Του άρεσε να την κοιτάει στα μάτια,όταν την κυριαρχούσε,
να χάνεται μαζί της,να μην μπορεί να σταματήσει τα θέλω του,μαζί της.
Ηταν όλα όσα είχε μάθει,την δική του αντίληψη για τον έρωτα,
τον ερωτισμό,την αγάπη,μαζί με την τεράστια αγκαλιά,
την ζεστασιά,και το δώσιμο,
που ήταν όλα,όσα ήθελε η Ελιάνθη απο αυτόν,
και τα απαιτούσε απροκάλυπτα,εύκολα,και αβίαστα.

Γύρισε ανάσκελα η Ελιάνθη,με κλειστά τα μάτια της,
και στριμωγμένη δίπλα του,κολημένη πάνω του,
την άφηνε να ταξιδεύει πρώτη θέση μαζί του,στο αιώνιο κήπο της Γεσθημανή,
και κάθε επαφή τους,και ένας κόμπος σφιχτά δεμένος με τον προηγούμενο, 
ένα κομπολόι απο νέους ασύμετρους κόμπους.

Τι άραγε σκέφτεται τώρα,μέσα από τα κλεισμένα παραθυρόφυλα των βλεφάρων της, 
ταξίδευε μαζί του,η μήπως αναλογιζόταν μόνη της,
τις στιγμές που προηγήθηκαν,
σαν σκηνές από την ταινία της επόμενης συνάντησης,
η ακόμη σαν συνέχεια της προηγούμενης,στο ίδιο έργο.
Ηταν μαζί του,η μόνη ψαχούλευε στις γωνιές της ψυχής της,
να βρεί,να καταλάβει,και νοιώσει,ναι,αυτό ήταν όμορφο,
σαν αληθινό που λένε,αναρωτιόταν ο Ιανός οτι,σκεφτόταν η Ελιάνθη .

Την είχε μάθει,να ακολουθεί,έτσι της το είπε,
το ρυθμό απο το Βolero του Ravel,
στην αρχή,αργά,σιγά,άφωνα,και πάντα τρυφερά,
και κάθε επόμενη,ένα σκαλί,μια οκτάβα πιο πάνω,
τα βιολιά να ζορίζουν τις χορδές,
η φωνή να ανασηκώνεται απο τον λήθαργο της προηγούμενης φοράς,
να βγαίνει άναρθρη,και μετά κάθε φορά να γίνεται κραυγή με λόγια ασυνήθιστα, δυνατά βαρειά,σαν μια ικεσία πρόσκλησης στα άδυτα,
σαν μια μυστική συμμετοχή στα άγια των αγίων της.

Πάντα είχε το ίδιο πρόβλημα,δεν θυμόταν λεπτομέρειες,
είχε ένα στόχο μόνον,να κάνει οτι ήθελε αυτή,
όσα στην αρχή καταλάβαινε,και όσα στην συνέχεια του ζητούσε.
Μόνο αυτό,του αρκούσε.
Παρασυρόταν από την δική της φωτιά,και καιγόταν τα σωθικά του,
και το είναι του,ευτυχισμένος μόνο,απο την δική της ευχαρίστηση.

-Γειά σου '' του είπε,ανοίγοντας τα μάτια,
και συγχρόνως τούκλεινε πονηρά το ένα.
-''Πόση ώρα με παρακολουθείς με αυτό το ύφος;''
 συνέχισε η Ελιάνθη και ανασηκώθηκε περισσότερο,
 τραβώντας τα σεντόνια προς τα πάνω,μια αντίδραση αιδημοσύνης,
 γεμάτη υπονοούμενα .
-''Ξέρεις''της είπε,
 ''Μου αρέσει πάντα να παρατηρώ τις θαυμαστές ατέλειες σου,
  λατρεύω κάθε σου μικρή,δεν έχεις και πολλές,ατέλεια,να την ζωγραφίζω,
  με τα δάκτυλα,και να την αναπαριστώ μετά.'' 
''Ξέρεις βέβαια οτι,μου θυμίζεις την Κατρίν Ντενέβ,στην Ωραία τη Ημέρας,
 η την Ρόμυ Σνάιντερ,στην Πισίνα''συνέχισε ο Ιανός,
 με ύφος γνώστη των πάντων,και περίμενε την αντίδραση της.

Ηταν το παχνίδι τους,κάπου αλλού,κάποιες λεπτομέρειες μας αφορούν,
κάτι μας συνδέει με τις ταινίες αυτές,με κατι άλλο άλλες φορές,
να θυμάται την σωστή σκηνη,νάχει βρεί την σχέση μαζί τους
ένα παιχνίδι μυαλού πάντα.
-''Τι σχέση έχουν όλα αυτά με μας,τώρα ειδικά ''αποκρίθηκε,
και συγχρόνως έψαχνε να βρεί την σχέση,την συνάφεια,και όλο την τρέλανε,
αυτή η απίκο κατάσταση απο την μιά,και η βαθειά αναζήτηση του,από την άλλη.
Ηξερε οτι,το μυαλό του γεννούσε απίστευτα πράγματα,απίθανες σχέσεις και επιρροές,την ταλαιπωρούσε αφάνταστα,αλλά συγχρόνως,
της άρεσε μαζοχιστικά,και την ήθελε σαν την τελευταία ερωτική πινελιά,
πριν απο την κορύφωση της ..
-''Για να σε δώ ''την προκάλεσε,με εκείνο το σαρδόνιο επιτιμητικό χαμόγελο του κεφάλα και ξερόλα.
-Λοιπόν''είπε η Ελιάνθη ,βάζοντας τον ένα δάχτυλο στο στόμα,
και ρουφώντας το απαλά.
-''Για να δούμε αν θα περάσω σήμερα στην επόμενη τάξη,
 η θα κάνω τα ίδια μαθήματα και την επόμενη φορά ..
 Η Κατρίν Ντενεβ,να ντύνεται αργά,κυρία του καλού κόσμου,
 για να βγεί σε άγρα ερωτικής ικανοποίησης,μια ικανοποίηση πέρα απο τα   συνηθισμένα,απο ανάγκη,απο φαντασίωση,πραγματικά η φανταστικά.
Αυτή την σκηνή σκέφτεσαι έτσι δεν είναι;''
-''Και η Ρόμυ Σναιντερ'';Ρώτησε ο Ιανός εντυπωσιασμένος,
που διάβαζε τις απόκρυφες σκέψεις του.
-''Εεε για την Ρομυ,είναι μιά,αυτή που πιστεύω οτι σκέφτεσαι,να βγαίνει απο την πισίνα με το απίθανο κορμί,να κυλιέται στην αγκαλιά του Ντελόν,αυτός με τα γυαλιά του,ένας επιβήτορας Αλαίν Ντελόν,να την πάρει στη άβυσο μαζί του...''
-''Αυτή δεν είναι;''Tον προκάλεσε.
-''Nαι αυτές είναι,και αναρωτιέμαι πόσο εύκολα με διαβάζεις,
 εμένα που θεωρώ οτι,κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει καταφέρει,
 παρά ελάχιστα πράγματα.''
-''Οταν αφήνεσαι γλυκέ μου,όπως εσύ σε μένα,είσαι ανοιχτό βιβλίο,
 όταν με οδηγείς με αφέλεια δήθεν κάπου,περιμένεις απο μένα,
 να καταλάβω τα νήματα που μας συνδέουν σε κάθε επιρροή,
 και που με βάζεις να υποστώ ..''
-''Υποστείς; ''
-''Ναι,να υποστώ,γιατί το θέλω και εγώ,να είμαι το ίδιο σαν και εσένα,
 όπως εσύ κάνεις σε αλλά πράγματα σε μένα.
 Είναι δική μου ανάγκη,τελικά για να είμαι μαζί σου,έτσι..''
- Είσαι υπέροχη..''
-''Το ξέρω'' του είπε,και χαμογέλασε γλυκά.

Ο κόσμος χανόταν μέσα απο τα λόγια της,ο Ιανός ανήμπορος να αντιδράσει,αφηνόταν να παρασυρθεί.
Ενα κούτσουρο που κατέβαινε στο ορμητικό ποτάμι,
που ήταν τα θέλω του,που,χτυπούσε μια εδώ,μια εκεί,
που,σε κάθε στροφή πλήρωνε τίμημα με τις πληγές του,
αλλά έτσι του άρεσε, να πονάει,να πηγαίνει όπου τον πήγαινε το ρεύμα,
να μαγκώνει και να λες,μέχρι εδώ ήταν,και μετά,
ένα καινούργιο ταξίδι στον καταρράκτη πιο κάτω,
ελπίζοντας πάντα οτι,θα επιβίωνε απο την πτώση,
και θα γαλήνευε σε ήρεμα νερά κάποτε.

Σηκώθηκε η Ελιάνθη,ντυνόταν πάντα αργά μπροστά του,βασανιστικά αργά,
να στρώσει το παντελόνι της,σιγά,αργά,μια ιεροτελεστία,κάθε ρούχο,
να κρύβει την θεσπέσια εικόνα,με τις υπέροχες ατέλειες της.
Τελείωσε,τον πλησίασε,έβαλε τα χέρια της γύρω απο το λαιμό του,
και τον φίλησε με πάθος.
Την έσφιξε στην αγκαλιά του,να την λειώσει,
και τα δόντια του δοκίμαζαν το λαιμό της.
-''Σου αρέσει,να με πονάς;''Του παραπονέθηκε δήθεν.
-''Ναι πολύ,πάρα πολύ,είμαι ο ιδιωτικός σου δράκουλας,το ξέχασες''
-''Βλακείες,σιγά τον Κόμη'',τον επιτίμησε με ύφος.

-''Λοιπόν,τι θα κάνουμε τώρα''τον ρώτησε.
-''Πεινάω σαν λύκος,εσύ..''
-''Και εγώ,πάμε''

Την άφησε να προχωρήσει μπροστά του,
ακολουθούσε την μυρωδιά του κορμιού της,
ήταν το μπαστούνι του τυφλού και παραδομένου επαίτη,στην γοητεία της ..
Η Ελιάνθη,ήταν απόδειξη αυτού που πίστευε πάντα,
σαν κοσμοθεώρηση ο Ιανός,οτι δηλαδή,
ο κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός,ξεχωριστός,
και υπάρχει πάντα,μόνο ένας ακόμη,
που καταλαβαίνει αυτή την μοναδικότητα του,
και αυτό το λένε αγάπη και έρωτα.
Ολοι,αποτελούμε εξαιρέσεις σε ένα κανόνα που δεν υπάρχει,
και μόνο μια εξαίρεση υπάρχει,και είναι ο έρωτας,
η αποδοχή της μοναδικότητας του άλλου,που γίνεται δική σου μοναδικότητα,
χάνοντας εσύ την δική σου.
Με την Ελιάνθη,είχε αφεθεί στην δική της μοναδικότητα,
την ακολοθούσε,άλλοτε,σαν τον ίσκιος της,
άλλοτε σαν το δαρμένο σκυλί,που ακολουθεί οτι και να γίνει,το αφεντικό του.
Οπως το σκυλί δεν ξεχωρίζει παρά μόνο ένα πράγμα,
την αγάπη για το αφεντικό του,το ίδιο και ο Ιανός ακολουθούσε τηνΕλιάνθη,μαθαίνοντας να περπατάει στα βήματα της,
να μην είναι λειψός ο ίσκιος της,και άλλοτε να είναι μπροστά της,
να της μαζεύει φιλιά απο τα περβόλια της γειτονιάς,
να της κάνει γκριμάτσες αστείου παλιάτσου,
άλλοτε,την αρκούδα που χτυπάει το στήθος της,για να γελάει,
με τα λαμπερά μάτια της.
Να σκέφτεται για λογαριασμό της,να μην κουράζει το μυαλό της,
άλλωστε αυτός της είχε χαρίσει το δικό του,
να καθαρίζει κάθε σπιθαμή απο το έδαφος που θα πατούσε αυτή σε λίγο,
νάναι ο δρόμος της γεμάτος απο αυτόν,νάναι μέσα της,γύρω της.
Μοναδική αυτή,στην εξαίρεση του κανόνα,που ποτέ,
δεν υπήρξε για κανέναν άλλο,παρά μόνον γιαυτόν .

Κάθε βράδυ,όταν ήταν μόνος του,της έγραφε γράμματα,για κάθε τι,
χαζά τα πιο πολλά,άλλοτε συνήθως ονειροπαρμένα,και της τάστελνε,
με την δύναμη του μυαλού του,έτσι πρόχειρα,με λάθη,όχι για να της πεί κάτι,
αλλά να την κάνει να γελάσει απο τα λάθη,από αυτόν,που ήξερε οτι,
δεν συγχωρούσε λάθη,που,βούταγε την τελειομανία του,στον αδυσώπητο ψυχαναγκασμό του .

-Γιατί δεν μιλάς γλυκέ μου Ιανέ,τι σκέφτεσαι πάλι'' ,
τον έφερε στην πραγματικότητα περπατώντας μερικά βήματα μπροστάτου.
''Πως έχεις,τον πιο όμορφο πισινό στο κόσμο΄΄της απάντησε.
''Είσαι μεγάλος ψεύτης αγόρι μου,αλλά μου αρέσει αυτό που κάνεις μαζί μου''
-''Ποιό;'',ρώτησε ο Ιανός
-''Αυτό το παιχνίδι σου,με το μυαλό μου,είναι τρέλα,
   αλλά είναι απόλαυση   σαν......''κοντοστάθηκε,γύρισε,
  και τον κοίταξε κατάβαθα στην ψυχή του.
Ο Ιανός για μια  στιγμή σάστισε,έμεινε ακίνητος σαν άγαλμα,και:
 ..''Είναι απόλαυση σαν γλυκό βανίλια υποβρύχιο,στην κάψα του καλοκαιριού ''
αυτό,δεν ήθελες να μου πείς;'' της απήγγειλε.
-''Ναι αυτό,άλλωστε,εσύ τόχεις γράψει,είναι δικό σου,
  όπως είναι όλα,τα πάντα,είναι δικά σου μωρό μου..''

Εκαμε δύο βήματα,έπεσε με φόρα στην αγκαλιά του,
και αυτός την έσφιξε πάνω του,κατάσαρκα,την σήκωσε ψηλά,
την έφερνε βόλτες,και γύριζε ο κόσμος μαζί τους,
χαιρόταν το σύμπαν με την ένωση τους,την περιστροφή τους,
μπροστά στο ανείπωτο δέος της μαγικής εικόνας..

Και έμειναν εκεί αγκαλιασμένοι,στροβιλογυρίζοντες δερδίσηδες,
θεοί και ικέτες συνάμα,και ο χρόνος μεγάλωσε έγινε άπειρος,
και ο χώρος έγινε κουκίδα,
έτσι που φαινόντουσαν από το σύμπαν.
Μείναν,μείναν εκεί,ατέλεωτες στιγμές ,χρόνους αφόρητους,
και αιώνες από αιώνων.


ΔΕΛΦΙΝΟΣΗΜΟΣ 














 


















  
  

  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13:ΘΕΩΡΙΕΣ ΥΠΝΟΥ

  Είχα πέσει για ύπνο,νωρίς σχετικά,πάντα το έκανα έτσι,από φόβο,μην και δεν τηρήσω το μέτρο,μην και χαλάσω μια ισορροπία φτιαγμένη στα μέτρ...