Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

ΗΡΘΕ Η ΑΝΟΙΞΗ,ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ !!!

Ακούστε με, ο χειμώνας μόλις πριν απο λίγο, έστριψε στην γωνιά του χρόνου,κοίταξε πίσω δειλά και φοβισμένα,και απομακρύνθηκε σεμνά και ταπεινά .Μαζί του έσερνε,με δυσκολία,την  σακούλα με τα απομεινάρια της παρουσίας του.
Μέσα στην πλαστική σακκούλα κουβαλούσε ότι περίσεψε,ότι δεν ολoκληρώθηκε,και ότι δεν μπόρεσε να ξεκινήσει ,φθαρμένα ρούχα,μπαλωμένες κάλτσες,δίπλα σε όνειρα ξεχειλωμένα,σκισμένες κατάστικτες ελπίδες,ξεροκόμματα που δεν τα ήθελε κανείς και περίσεψαν στο σακκούλι,σκονισμένα χιλιάρικα δραχμών που πάχε φέρει μαζί του μήπως και χρειαστούν,και μια βουλιαγμένη θήκη που μέσα της έκρυβε το τζίνι που δεν βγήκε,σαν το κουτί της Πανδώρας.
Ολα μαζί ανάκατα και μπερδεμένα,τάσερνε ο μπαρμπαχειμώνας στην επιστροφή του στο τσαρδάκι της λήθης,για ένα χρόνο ακόμη .
Αθάνατος όπως ήταν,είχε όμως ένα κουσούρι,κανείς δεν τον θυμόταν νέο,όλοι το ήξεραν γέρο,καμπούρη,με άσπρα γένια,και πολλές βαθιές ρυτίδες .
Ζούσε μόνος στο φτωχικό του,χωρίς να έχει πολλά-πολλά με τους άλλους τρείς της γειτονιάς των εποχών,ούτε και οι άλλοι του μιλούσαν,μην και ταυτιστούν μαζί του,αυτός γέρος,η άλλη φρέσκα και ζουμπουρλού άνοιξη,το παιδί της, ηλιοκαμένο καλοκαίρι και το εγγόνι της λίγο πιο μεγάλο και γκρίζο φθινόπωρο,ο καθένας ερχόταν για λίγο ,και μετα βούλιαζε την λήθη μέχρι να τον ξανακαλέσουν να ξανάρθει,και πάλι απο την αρχή .

Φέτος,η κοινωνία των ανθρώπων,συνήλθε σε σύσκεψη,και αποφάσισε οτι θάβαζε πιο σφιχτούς κανόνες στον γεροχειμώνα,νόμιζε η συνέλευση της κοινωνίας,οτι γέρος ήταν,ανήμπορος ήταν,θα τον κορόιδευε πιο εύκολα .
Μαζεύτηκαν λοιπόν οι άνθρωποι,για να αποφασίσουν τι θέλουν,να  κάνουν με αυτή την ομάδα των εποχών,που τους καταδυνάστευε .
Κάποιοι,ζήτησαν να μην τον αφήσουν νάρθει ,να στήσουν οδοφράγματα,πάνοπλοι αστυνομικοί και ιερείς θα ήταν οι μπροστάρηδες στο αγώνα αυτό.
Ομως πολλοί διαφώνησαν έντονα,δεν είναι δημοκρατικό είπαν,δεν γίνεται να παραβιαστούν οι κανόνες του αναμενόμενου,οι παλιοί που έβλεπαν το μέλλον φοβισμένοι,οτι θάχαναν τα οφίτσια,ξεσηκώθηκαν διαφωνώντας με τους άλλους,τους δημοκρατικούς.
Αυτοί που καθόταν αριστερά,τους έλεγαν αριστερούς,και τους άλλους που καθόταν δεξιά τους έλεγαν και δεξιούς,στο κέντρο φέτος δεν υπήρχαν πολλοί,κάτι ομάδες των λίγων,που φωνασκούσαν και τσακωνότουσαν μεταξύ τους για τις θέσεις,που θα κάθονταν.
Οποιος διαφωνούσε,πήγαινε στην άλλη ομάδα και τελικά κατέληγε να κάτσει στα αριστερά,αφού εκεί είχαν μαζευτεί και οι πιο πολλοί.
Ομως δεν κατέληγαν πουθενά,και ο καλός μπάρμπας είχε ήδη ξεκινήσει νάρχεται ,έπρεπε να πάρουν μια κοινή θέση,να βγάλουν κάποιους να πάνε να διαπραγμευτούν με τον αναμενόμενο ..
Δεν ξέρω τελικά,πως εξελίχτηκε μετά όλο αυτό,το μόνο που ξέρω είναι οτι ο χειμώνας ήρθε ,έκατσε μαζί μας όσο έπρεπε για μην διαταραχτεί η τάξη και η αρμονία του σύμπαντος και τώρα έφυγε .

Εφυγε λοιπόν ο χειμώνας,και όλοι περιμέναμε την γλυκειά και τρυφερή άνοιξη,πάντα κάθε χρόνο,ερχόταν πιο μπροστά απο την επίσημη πρώτη της,για την οποία η μέρα με την νύχτα συμφώνησαν μετά απο  ένα μεθύσι οτι κανείς δεν κέρδισε,και θάτανε ισοπαλία .

Επρεπε,ο γίγαντας που ήταν επιφορτισμένος με την κίνηση του κόσμου να τον γυρίσει λίγο στα αριστερά, έτσι ώστε,νάναι η μέρα μεγαλύτερη και η νύχτα να κρύβεται γρηγορότερα ,να το πάρει είδηση και η χυμώδης άνοιξη και να μας αριβάρει κατά δώθε ..
Οπως έσκυψε η γή,για περάσει το φώς του ήλιου και να πλημυρίσει ο κόσμος,ξεσήκωσε και τους ανθρώπους,που υπομονετικά περίμεναν νάρθει η άγια μέρα που τα πουλιά θα κελαηδούν πιο πολύ,πιο γλυκά ,όσα έφυγαν θα πάρουν μήνυμα να ξαναγυρίσουν,οι χυμοί στα δέντρα δεν θα κρύβονται κάτω απο σκούρο φλοιό,θα φουσκώνουν απο περηφάνεια, έτοιμοι να εκτιναχθούν όσο γίνεται πιο μακρυά,τα λουλούδια που ντροπαλά ακόμη και με αιδώ παρέμειναν κλειδωμένα στο κοτσάνι τους ,αποφάσισαν και αυτά να ξεμπουκάρουν,τα δέντρα άρχισαν να νοιώθουν την ανάγκη οτι μπορούν άφοβα να μεγαλώσουν ,να εχουν όνειρα και βλέπουν τον κάμπο με πιότερη αισιοδοξία πιά .

Εκείνος,πούταν δύσπιστος ήταν ο αγέρας,ήξερε βέβαια οτι,θαρχόταν η ξαδέλφη του η άνοιξη,αλλά φέτος κάτι τον ξένιζε,συντηρητικούρα οπως ήταν,δεν μπόρεσε να το πιάσει απο την αρχή,κρατούσε μια στάση αναμονής,τον είχαν και συκοφαντήσει οτι τάλαζε κάθε λίγο,σου λέει,άσε να δούμε που πάει η φάση να εκδηλωθώ τελικά .
Ομως πονηρός και εμπειρος όπως ήταν,άφησε ενα βαθύ στεναγμό και καθώς αυτός έβγαινε απο τα φύλλα της καρδιάς του,ζέστανε την κατάσταση κιάλλο,αυτός ο ζεστός αναστεναγμός ήταν η συμφωνία του σύμπαντος που ζούσε την ευτυχία με τον δεξιό αγέρα για το μοίρασμα των εξουσιών .
Ο αγέρας,ποτέ δεν θάφηνε εν λευκώ στην συγγένισα του να έχει τον πρώτο λόγο,απο την άλλη δεν ήθελε και να την κακοκαρδίσει έτσι χαρούμενη που την έβλεπε .

Ολη η πλάση ζούσε το όνειρο,για το οποίο πάλεψαν οι παληοί,ακόμη και οι Μεγάλοι του σύμπαντος κρατούσαν μια στάση μάλλον θετική.
Ο παππούς-ουρανός ,η γιαγια-γη,οι γονείς η μάνα-μέρα και πατέρας- φόβος,τα αδέλφια και οι λοιποί συγγενείς,όλοι χάρηκαν γιαυτό το κύμα αισιοδοξίας και ελπίδας πούφερε φέτος η εγγονή άνοιξη και εύχονταν να κρατήσει .
Ακόμη και ο γρουσούζης ο Θάνατος,προβληματίστηκε σοβαρά, μίλησε με τους λοιπούς δαίμονες και συμφώνησαν οτι για όσο κρατήσει η άνοιξη θα είναι πιο ελαστικοί και χαλαροί στους αγώνες με τους ανθρώπους .
Μεχρι σήμερα,όταν βγαίνανε για πάλη μαζί τους,πάντα χαμένοι έβγαιναν οι θνητοί,μερικές φορές για να σπάνε πλάκα τους άφηναν να ελπίζουν για μερικούς γύρους ,αλλα πάντα ήτανε νικητές .
Μέχρι σήμερα,μόνο κάτι ήρωες ,είχαν τον θάρρος να ζητούν νέους κανόνες μονομαχίας,και οι μαύροι δαίμονες το δεχόντουσαν για να αποκτούν περισσότερερες εμπειρίες.
Ομως τώρα,συμφώνησαν να βοηθήσουν,να μην είναι τόσο απόλυτοι,και απαιτητικοί ..

Φώναξαν λοιπόν την ξαδέλφη,και ανηψιά τους,άνοιξη ,και κάναν μια συμφωνία,κάτσαν κάτω απο την πρώτη γέφυρα της κόλασης,όπως μπαίνεις στην κόλαση την πρώτη γέφυρα αριστερά,την μεγάλη,γιαυτό την ονόμασαν και συμφωνία της γέφυρας ,η γέφυρα της συμφωνίας ,θα σας γελάσω.
Απλωσαν τα χαρτιά,και ξεκίνησε η συζήτηση ,στην αρχή ήρεμα μετά ομως αγρίεψαν τα πράγματα,και κάποια στιγμή σηκώθηκε ο γερο-Θάνατος,βρόντηξε τα χέρια στο τραπέζι και με μάτια που έβγαζαν φωτιές,είπε στην τρομαγμένη παρθένο-άνοιξη.
''Ακου να σου πώ ,της λέει ,μην λες άλλες μπαρούφες,τα θέλεις όλα δικά σου,δεν μπορώ να αρνηθώ το ρόλο μου,αυτό που ζητάς πάει κόντρα στις αποφάσεις του συμβουλίου των θεών, του άνω και κάτω κόσμου''.

Φοβήθηκε η ευειδής άνοιξη,σου λέει,δεν με παίρνει και πολύ,οπότε γυρνάει και λέει στον θείο της τον μαύρο Θάνατο.
''Καλά,σου ζητώ συγνώμη για τις μπαρουφίτσες,αλλά δώσμου κάτι να πάω πάνω να τους δώσω,κάτι να ελπίζουν,άλλωστε ξέρεις,εγώ θα φύγω σε λίγους μήνες. Μην με εκθέσεις σε παρακαλώ ρε μπάρμπα,εσύ πούσαι κούκλος με τα μαύρα και το σινιέ δρεπάνι ''.
Το σκέφτηκε ο Θάνατος,τόφερε στο μυαλό του αποδώ,τόφερε απο κεί, και κουνούντας το χέρι με τα γαμψά νύχια,της λέει ..
''Ακου τι θα κάνουμε.Οταν θα παλεύω με τους ανθρώπους,για όσο διάστημα είσαι εσύ στα πράγματα,θα πέφτω κάτω και θα κάνω τον ''πεθαμένο'' ,έτσι οι άνθρωποι θα νομίζουν οτι κέρδισαν,εσύ θα κερδίσεις χρόνο,και εγω θα περιμένω την επόμενη φορά ..''

Σύμφωνοι;σύμφωνοι.Ετσι όλοι ήταν ευτυχείς,και χαρούμενοι ,και γλένταγαν στις πλατείες και στους δρόμους, μέχρι και την ανοχή του γεροδιάβολου είχανε,τι άλλο λοιπόν θέλανε ;
 Απολύτως τίποτε,η φύση γιόρταζε,τα πάντα φούσκωναν απο χαρά,και αισιοδοξία,κάποια στιγμή σκέφτηκαν να χτυπούν και τις καμπάνες κάθε πρωί και βράδυ για να γιορτάζουν όλοι μαζί και συντονισμένα,αλλά το απέριψαν αφού πολλοί εκείνη την ώρα θα κοιμόντουσαν ευτυχείς,και ήθελαν να τους χαλάσουν τα ευτυχισμένα όνειρα πούβλεπαν . 
Επειδή δεν είχαν και τι να κάνουν όλοι μέρα,πνιγμένοι στην ευτυχία και με γεμάτες τις τσέπες,αισιοδοξία,γράφαν στους τοίχους ποιήματα ολόκληρα κατεβατά απο ύμνους,όποιος τολμούσε να μην είναι ευτυχής και χαρούμενος τον τιμωρούσαν με διάφορους τρόπους.
Δεν έπρεπε,κανείς με την συμπεριφορά του να διαταράξει την ομοψυχία,σε κάποιους μάλιστα,έδιναν και χάπια ειδικά σχεδιασμένα για την περίπτωση,εαν έπαιρνες,για δέκα μερες,ένα πρωί και ένα βράδυ,τότε είχες αυτόματα θεραπευθεί ,γινόσουν μέλος της ουράνιας συμφωνίας του καλού ...

Οποιοι θέλαν να δουλέψουν,λίγοι θα μου πείς,κατάλοιπα της παλιάς λογικής,είχαν δύο επιλογές,μία να προσφέρουν έργο υποστήριξης με όλα τα μέσα για την υπόθεση της κοινωνικής σωτηρίας.
Αφηνόταν στο καθένα,να επιλέξει τον τρόπο που θα τόκανε .
Η άλλη επιλογη ήταν,να περιμένουν να τους φωνάξουν να δουλέψουν στις εγκαταστάσεις που θα χτιζόταν απο το κράτος,για όλους εμάς .

Η φύση μεθυσμένη απο τις μυρουδιές,η μέρα ζαλισμένη απο την απόφαση να πάρει παράταση η ζωή της και να μεγαλώσει ξαφνικά,τα άνθη,τα φυτά,οι χυμοί,ο αέρας που σιγοντάριζε,ακόμη και  ο θάνατος που δεν επέμενε, και περίμενε ,ήτανε μέρος της συμφωνίας της ευτυχίας.

Πόσα χρόνια περίμεναν τα όνειρα να πάρουν εκδίκηση,πόσα όνειρα θάφτηκαν και χρησίμευσαν σαν λίπασμα για νάρθουν οι φωτεινές και χαρούμενες μέρες .Πόσοι άνθρωποι πέθαναν αναίτια,πόσοι εκτελέσθηκαν στον εμφύλιο του δάσους. 
Πούσε ρε Αρη,να ξαναγενηθείς, να νοιώσεις ότι δεν σ'έφαγαν άδικα τα σκυλιά ,πούσε Μπελογιάννη νάσαι δώ μαζί μας,να μυρίσεις ατέλειωτα   τριανταφυλα και γαρίφαλα που σου τα στέρησαν οι δολοφόνοι σου ..

Ο κόσμος γελάει,χαίρεται ,μαζί με την φύση ,όλα είναι με το μέρος μας.

Θεέ μου,γιατί σπαταλάς το χρόνο σου βάφοντας μπλέ τον ουρανό,και δεν έρχεσαι να γλεντησεις και εσύ μαζί μας ,η μήπως, μας την φυλάς ,όταν θάχει φύγει η άνοιξη;

 

ΔΕΛΦΙΝΟΣΗΜΟΣ 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13:ΘΕΩΡΙΕΣ ΥΠΝΟΥ

  Είχα πέσει για ύπνο,νωρίς σχετικά,πάντα το έκανα έτσι,από φόβο,μην και δεν τηρήσω το μέτρο,μην και χαλάσω μια ισορροπία φτιαγμένη στα μέτρ...