Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΤΟΤΕ,ΑΡΕΝΑ ΣΗΜΕΡΑ


Είμαστε ήδη,βαθειά μέσα στο Φθινόπωρο αγαπημένη μου εποχή,εδώ και αιώνες,από τότε που μου είπαν,κάτσε μικρέ μαθητή,και γράψε μας,πως πέρασες το καλοκαίρι και εγώ σε μια έκθεση ποταμός έγραφα για φύλλα που άρχιζαν να ντρέπονται,για την βροχή που έπεφτε στο κόρφο της διψασμένης και αναμαλιασμένης κοπελούδας γής,για αέρηδες που φύσαγαν μιά απο τον Νοτιά,γλυκερή και υγρή αίσθηση ανάμεσα στις μασχάλες,μιά απο τον Βοριά,με αυτή την αψάδα του δήθεν άγριου αρσενικού που δεν τον συγκρατεί τίποτε όταν θέλει να μπεί κατάβαθα .

Τότε αυτά έγραφα περίπου,τα διάβασε η κυραΚατίνα η δασκάλα στην τρίτη δημοτικού,και την επόμενη το πρωί,ήρθε απο πάνω μου στο θρανίο που καθόμουν.
Πάντα μου άρεσε η μυρουδιά της,μιά ευωδιά απο λεμόνι,φρεσκοκομένο και τριμμένο με λεμονανθό,με λίγωνε και με ταξίδευε στην θάλασσα πούβλεπα απο το παραθύρι της τάξης,χανόμουν μέσα στις μυρουδιές του κορμιού της και στην πλάνη του μπλέ που με εμπόδιζε να δώ το Θεό.

Εσκυψε από πάνω μου,είχε μακρυά μαλλιά μαύρα σαν κορατζίνα,έπεφταν και με ακουμπούσαν σαν βελόνες,τρύπαγαν το κεφάλι μου,και με κείνο το περιπαιχτικό ύφος της αποκαθέδρας δασκάλας μούπε:
''Δεν μου λές,Γανουτζή,τι είπαμε οτι ήταν το θέμα της έκθεσης; 
Kαι εγώ ατάραχα,και με αναίδεια,για να κρύψω την αναστάτωση που μούφερνε η μυρουδιά του λεμονιού και οι βελόνες που με ακουμπούσαν, της αποκρίθηκα :
''Για το καλοκαίρι Κυρία,αυτό δεν ήταν το θέμα;''συμπλήρωσα κρατώντας και μια πισινή .Απο τότε έμαθα να κρατάω πισινή,αφού κατάλαβα στην συνέχεια,οτι ζούσα κυριολεκτικά σε μια κοινωνία πισινών.
Με έλεγε Γανουτζή,που ήταν το παρατσούκλι του πατέρα μου,από τον πατέρα του,δηλαδή περιφερόμενος αργυροχόος μαχαιριών και κουταλιών ένας ξυπόλητος πρίγκηπας του επίπλαστου ασημιού..
Ποτέ δεν με φώναζε με το ονομά μου,εκτός μόνον,από τις λίγες φορές που πήγαινα στο σπίτι της,κάτω απο το σχολείο,ένα περβόλι φυτών και ψυχών μια όαση ηρεμίας,μια μετανάστευση απο την εποχή,σε ένα κόσμο περιτυλιγμένο με λεμονιές και ροδιές και αγιόκλημα.

''Και αφού το θέμα ήταν για το καλοκαίρι,εσύ γιατί μούγραψες δέκα σελίδες για το φθινόπωρο ;Με ρώτησε αυστηρά με ένα μάτι που γυάλιζε, το άλλο δεν το πρόσεξα είναι η αλήθεια,αλλά φαντάζομαι οτι το άλλο θα γέλαγε.
''Κυρία δεν μου αρέσει το καλοκαίρι,αλλά το φθινόπωρο την αποστόμωσα,πάντα νόμιζα οτι,έπρεπε να λέω κάτι έξυπνο όταν ζοριζόμουν,και μούμεινε κουσούρι αγιάτρευτο.
''Ωραία,τότε θα σε βάλω να στέκεσαι όρθιος στην γωνία τιμωρία,για να καταλάβεις οτι όταν λέμε κάτι,δεν εννούμε κάτι άλλο,κατάλαβες; 
Και αυτές τις δέκα σελίδες για το φθινόπωρο,θα τις πετάξω από το παράθυρο να τις πάρει ο αέρας ..
Σήκωσα τα μάτια μου,την κοίταξα,με περιφρόνηση ανάμικτη με επιθυμία και της είπα:
''Eντάξει κυρία,να κάτσω όρθιος όλες τις ώρες και σήμερα και αύριο και για δέκα μέρες όσες και οι σελιδες.''
Με κοίταξε με τα δυο της μάτια ανοιχτά,κρυφογέλασε,και είπε:
''Eντάξει,θα σκεφτώ άλλη τιμωρία για σένα.''
Και με τιμώρησε σκληρά..


Φθινόπωρο σήμερα.Αναρωτιέμαι,αν άλλαξαν οι εποχές,ο καιρός στο στερέωμα,αν εγώ ξέχασα τις αισθήσεις μου στο ντουλάπι του χρόνου,
αν η μύτη μου μεγάλωσε και στράβωσε και έκλεισε,και οι μυρουδιές δεν μπαίνουν με φόρα,αλλά περνούν απο έλεγχο,και πάλι έλεγχο,όπου από τους πολλούς ελέγχους χάθηκε και η μυρουδιά και έγινε μπόχα .
Σήμερα η βροχή δεν πέφτει για να ξεδιψάσει την γή,την γδέρνει,
την βιάζει με μίσος,σε λίγα λεπτά γίνεται ποτάμι,που θέλει να καταστρέψει τα πάντα,σαν θεία νέμμεση που θέλει να τιμωρήσει όσα έγιναν με ψέμματα,με δόλιο και καταφερτζίδικο τρόπο.
Το ποτάμι της οργής,μας τιμωρεί για κάθε τι που κάναμε,η ύβρις που υπηρετήσαμε υπάκουα.

Σήμερα,δεν έχω να σας πω για μια δασκάλα,που ζήταγε να γράψουμε για το καλοκαίρι και έπαιρνε για το φθινόπωρο,σήμερα έχουμε μια αρένα ρωμαικού θεάτρου και αλλοίμονο,εαν είσαι στην αρένα και όχι στις κερκίδες.
Βλέπεις οτι,κάθε μέρα το πλήθος που κυλιέται στην χωμάτινη αρένα, μέσα στην λάσπη της δυνατής βροχής,έχουν αφήσει τα νύχια των χεριών και των ποδιών τους να μεγαλώσουν,για να μπορούν εύκολα να ξεσκίσουν,να ματώσουν τον διπλανό τους,που και κείνος με την σειρά του,έβαλε μασέλες με σίδερα,για να δαγκώνει χωρίς να πονά,και να κάνει βαθειές πληγές για να τρέχει πιο πολύ,βαθύ καθαρό κόκκινο αίμα .
Κάθε μέρα και πιο πολλοί,πεθαίνουν,από τα τραύματα και τις πληγές,απο την ανημπόρια,αλλά τόσο και πιο πολλοί νέοι ''πελάτες'' μπαίνουν στο στίβο. 
Δεν μπορούν ούτε να απλώσουν τα χέρια τους,δούλοι και υποταγμένοι,πρώην απελεύθεροι,όλοι οι πρώην εδώ,κανένας επόμενος, μισούν για να υπάρχουν,και φωνάζουν για αδικία για να μην ξεχάσουν την φωνή τους.
Είναι οι σημερινοί αδύνατοι,είναι οι σημερινοί ανήμποροι φτωχοί, 
και πένητες,είναι αυτοί που είχαν πάρει κάτι,που θεωρούσαν δικό τους και τους το πήραν μετά με την βία,είναι ο λαός φίλε μου,
δηλαδή η μάζα που μετακινείται πέρα δώθε,είναι ο χυλός, και είναι και οι αυτοψεκασμένοι με σπρέυ αποβλάκωσης.

Και βλέπεις,και όσους είναι στα διαζώματα,πολλοί πιο λίγοι πιά,
παντού κενά στις σειρές,λιγοστεύουν..
Οταν βρέχει,πάνε στα σκέπαστρα,ανοίγουν και ομπρέλλες,φορούν και αδιάβροχα,πολύχρωμα,σινιέ,και γαλότζες,και μποτάκια,μην καμμιά στάλα της βροχής περάσει στο λαιμό τους και στην πλάτη τους και νοιώσουν σύγκρυο,αλλοίμονο .

Υπάρχει και το θεωρείο,προστατευμένο από παντού,εκεί κάθεται η εξουσία,η σημερινή,ας πούμε. 
Οτι χειρότερο έχει υπάρξει,πατερναλισμός,διαχειριστές του ευτελούς και το μικρού,αμοραλισμός και μικροπρέπεια,μικρόνοες και φτωχοί που ξέφυγαν απο τους στάβλους των μονομάχων και γίναν τα καινούργια αφεντικά.
Οι μεν θέλουν τις καρεκλες των δε,και οι κατέχοντες τις καρέκλες τους, τις έχουν στεριώσει στους χοντρούς πισινούς τους,με τσιρίζι με κόλλα που δεν χαλάει με τίποτε.
Και οι μεν και οι δε,κοιτάν τον λαό στην αρένα,και χαίρονται που έχουν τόσο φτωχούς και αδύνατους ανθρώπους να τους υποστηρίζον σε οτι τους λένε .
Κρυφοχαίρονται με την κατάντια τους και νοιώθουν ηδονή όταν μέσα στην μάζα βλέπουν και κάποιον δικό τους,καλά να πάθει,σιγά τον βλάκα .
Η εξουσία των μικρών και χοντρών πισινών κάθεται στα έδρανα της εξουσίας και πουλάνε ψεμματα μπερδεύοντας τα πάντα,πουλάνε συμπόνοια και παρηγοριά,αλλά άλλο,να βοηθάς τον αδύνατο και άλλο να στηρίζεσαι σε αυτόν.

Απο την έκθεση για το καλοκαίρι που ήταν τελικά για το φθινόπωρο, φθάσαμε σήμερα να μην υπάρχει κάν η εποχή,να μην υπάρχει καμμιά μυρουδιά που να μας συγκινεί,η φύση να μας εκδικείται,σε ένα θέατρο με σκλάβους που θέλουν νάναι σκλάβοι,με άλλους που γίναν απο επιλογή άλλων,με θεατές στην εξέδρα,όπου οτι καιρό και να κάνει,
δεν τους νοιάζει,έχουν γίνει τόσο χονδρόπετσοι που δεν χρειάζονται ούτε ομπρέλλες ούτε αδιάβροχα,και δίπλα μιά εξέδρα εξουσίας που κάθονται οι χειρότεροι πισινοί, και πουλάνε την ελπίδα,ρίχνοντας την,στους χαχόλους,στο λαό τέλος πάντων,και αυτοί παίρνουν την ελπίδα μαζί με το ψέμμα και γίνονται πιο καλός λαός .


Δεν είμαι στην αρένα σίγουρα,δεν είμαι στην εξουσία σίγουρα,
είμαι κάπου εκεί σε ένα διάζωμα,ένοχος όσο χρειάζεται,και ανήμπορος να πάρω το όπλο μου και να καθαρίσω οτι χρειάζεται καθάρισμα.
Κάθομαι και κάνω οτι και οι άλλοι .
Αντιστέκομαι μόνο στην  βλακεία που παραμένει αήτητη,

ΔΕΛΦΙΝΟΣΗΜΟΣ 








 













 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13:ΘΕΩΡΙΕΣ ΥΠΝΟΥ

  Είχα πέσει για ύπνο,νωρίς σχετικά,πάντα το έκανα έτσι,από φόβο,μην και δεν τηρήσω το μέτρο,μην και χαλάσω μια ισορροπία φτιαγμένη στα μέτρ...