Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

ΑΒΡΑΚΩΤΟΙ ΙΑΝΟΙ Μέρος 3ον Ο Μενέλαος

Θα ήθελα,πριν προχωρήσουμε στους υπόλοιπους χαρακτήρες των Αβράκωτων Ιανών,να δούμε πως,με ποιές θεωρίες,θα εξηγήσουμε την σημερινή αφασία και παρακμή που κατατρύχει την ελληνική κοινωνία .

Υπάρχουν πολλές θεωρίες που στα τελευταία εκατό χρόνια προσπάθησαν να ερμηνεύσουν πολύπλοκες και σύνθετες συμπεριφορές,η χρησιμοποιήθηκαν σαν εργαλεία για μελλοντικές προβλέψεις σε κάθε μορφή ομάδων,κοινωνιών,κρατών κλπ.

Οι δικές μου αγαπημένες,είναι η θεωρία της σχετικότητας,η πιο παλιά,η θεωρία των παιγνίων,και η θεωρία του χάους .
Η θεωρία της σχετικότητας του Αινστάιν,είναι η πιο δύσκολη,κυρίως γιατί λείπει ο εκλαικισμός της..
Αυτό δεν έγινε σκόπιμα κατά την γνώμη μου,αφού η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κατανόηση των ζητημάτων αυτών,μειώνει το κύρος των επαιόντων και την δυνατότητα επιβολής των σε ανθρώπους τύπου Μενέλαου του Μπούφου,όπως θα δούμε στην ανάλυση του χαρακτήρα του Μενέλαου .
Φέτος,προσπαθούσα να την εξηγήσω,σε μια πολύ καλή και πολύ γνωστή φίλη,και για να το κάνω αυτό καλλίτερα,διάβασα ενα εξαιρετικό βιβλίο και για την θεωρία αυτή (Jim Al-Khalili Οι δαίμονες της φυσικής ) .
Μού έλεγε,''ξέρεις πόσες φορές προσπάθησαν να μου την εξηγήσουν,αλλά ποτέ δεν την κατάλαβα''. Γιατί; η ίδια,ποτέ δεν την ενδιέφερε,και δεν έδινε πολύ μεγάλη σημασία-έπρεπε δεν έπρεπε,άσχετο- ,και οι άλλοι ποτέ δεν μπορούσαν να την εκλαικέψουν και να την πρακτικοποιήσουν,έτσι ώστε να γίνει μέρος της απλής καθημερινής κατανόησης της.
Της εξήγησα,με λίγα λόγια την απλοποίηση της,αυτή που ο ίδιος ο Αινστάιν χρησιμοποιούσε σε διαλέξεις σε όλο το κόσμο .
Η θεωρία αποτυπώνεται με το τύπο E=m.c στο τετράγωνο .
Η εξήγηση ήταν απλή,ταξιδεύοντας με την ταχύτητα του φωτός(c=300.000/sec),ο χρόνος θα επιβραδύνεται συνέχεια με αποτέλεσμα κάποιος που ταξιδεύει στο διαστημα με την ταχύτητα του φωτός,να είναι/παραμένει ακόμη νέος,ενώ κάποιος που παραμένει στην γή θα έχει γεράσει και πεθάνει .
Η να το πούμε πιο απλά και καθημερινά ..Οταν κάθεσαι με ένα ωραίο κορίτσι για δύο ώρες σου φαίνεται σαν δύο λεπτά,ενώ όταν κάθεσαι σε μια αναμμένη σόμπα,σου φαίνεται σαν δύο ώρες.
Να το δούμε και αλλιώς,ο καθένας είναι μεγαλοφυία,αλλά,αν κρίνεις ένα ψάρι απο την ικανότητα του να σκαρφαλώνει σε ένα δένδρο,θα περάσεις όλη σου την ζωή πως είναι ηλίθιο. (Περιπτώσεις Αβράκωτων Ιανών ).

Η θεωρία των παιγνίων,κυρίως η θεωρία των Τζον Νας (Ταινία,ενας υπέροχος άνθρωπος), με λίγα και απλά λόγια υποστηρίζει οτι,οι παίχτες σε μια ομάδα επιδιώκουν το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα για τους ίδιους,σε σχέση με τον αντίστοιχη επιδίωξη όλων των άλλων και οτι επιδιωκόμενος στόχος είναι να υπαρξει μια μορφής ισορροπία (equilibrium) .
Η θεωρία των παιγνίων χρησιμοποιήθηκε για την δημιουργία οικονομικών μοντελων και προβλέψεων γιαυτό πήρε και το Νόμπελ Οικονομίας ο Νας ,αλλά μπορεί να εφαρμοστεί σε οποιαδήποτε επιστήμη και ομάδα .
Εδώ έχουμε τον Μενέλαο το Γεράκι,όπου η επιδίωξη του για εξέλιξη στηρίζεται στην γνώση του αντιπάλου και στην παραδοχή οτι όλοι σκέφτονται λογικά και κοιτάνε το συμφέρον τους.

Η τρίτη θεωρία,είναι αυτή του χάους,που λέει απλοικά οτι,το πέταγμα μια πεταλούδας στην Κίνα,μπορεί να είναι αιτία ενος σεισμού στην Αμερική ,η αλλιώς το νερό(πηγή, ποταμός) ξεκινά απο το βουνό και σίγουρα θα φτάσει στην θάλασσα ,εκείνο που δεν ξέρουμε είναι απο πού και με ποιό τρόπο θα γίνει αυτό .
Εδώ συνδέονται ο Μενέλαος το Γεράκι και ο Μενέλαος ο Μπούφος .
 Και οι δύο ξεκινησαν απο το χωριό ,έκαναν διάφορα,και θα καταλήξουν κάπου σίγουρα .

Και οι τρείς θεωρίες έχουν ενα κοινό χαρακτηριστικό,που είναι και ο αδύνατος κρίκος για να εξηγηθούν τα πάντα όλα,και αυτό είναι ο λεγόμενος ντετερμινισμός δηλαδή οτι και να γίνει,όπως και να γίνει,θα καταλήξει κάπου συγκεκριμένα .
Η ταχύτητα του φωτός είναι ορισμένη ,η ισορροπία είναι ζητούμενο,και θάλασα είναι πάντα εκεί.
Για όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας,υπάρχει πάντα μιά εξήγηση,μια θεωρία,και μπορούν να αποτυπωθούν με κάποιο τρόπο,το πρόβλημα είναι οτι δεν ξέρουμε,η δεν μπορούμε,να δούμε,τα εμπόδια σαν δρόμο και όχι σαν αδιέξοδο,και εξαιτίας αυτής της αδυναμίας,να μην μπορούμε να βρούμε τις αιτίες των συμπεριφορών και των αποφάσεων των ανθρώπων..

Ενα ζήτημα,που με απασχολεί,είναι ..Υπάρχει,μια θεωρία που ερμηνεύει η κατανοεί την παρακμή η την σημερινή συμπεριφορά των Νεοελλήνων;
Μια αιτία(οτι δεν υπάρχει θεωρία) είναι οτι τα μέλη της ομάδας δεν λένε την αλήθεια, δεν έχουν λογική,και δεν θέλουν το καλό τους ,άλλη αιτία είναι,οτι το σύστημα είναι τελείως απροσδιόριστο, η ακόμη οτι  ζούμε σε παράληλα σύμπαντα .



Μενάλαος το γέρακι ..
Γεννήθηκε σε ένα ορεινό χωριό στην δεκαετία του 60,αυτή την μαγική δεκαετία της μουσικής,της τέχνης,των επαναστάσεων,της καταπίεσης,και της καταστολής .

Μικρός,ήταν σαν το κορίτσι με τα σπίρτα σε έκδοση αγοριού,αδύνατος και μαυριδερός ,απόγονος των μεταναστών πούρθαν στο χωριό να μαζεύουν ελιές πολύ αργότερα .
Ο πατέρας του,ήταν κάτι σαν υπαλληλος,είχε και μερικά γίδια,αρκετές κότες,και μια γαιδάρα που την φωνάζαν Λέγκω.Τα κουτσοφέρνανε βόλτα,η μάνα μιά μικροκαμωμένη γυναικούλα με ζωντανά καστανά μάτια,κράταγε το σπίτι και τα δύο παιδιά .

Εκεί,ήταν η αρχή του Μενέλαου,ήταν το βουνό απο το οποίο θα ξεκίναγε να τρέχει το νερό,η ισορροπία του όμως με τους άλλους,άργησε,και δεν ήρθε ακόμη.
Πήγε σχολειό,Γυμνάσιο στο διπλανό μεγαλοχώρι,κάθε μέρα με τα πόδια η σπάνια στην πλάτη της Λέγκως,είχε μια σάκκα γεμάτη όνειρα για πως ήτανε η χώρα πέρα απο τα βουνά πούσφιγγαν το χωριό του ,σαν τανάλια .
Ακουγε ιστορίες για το παρελθόν και ίδρωνε,πόλεμος,εμφύλιος,ο πατέρας μεταξύ κεντροδεξιάς και ελαφριάς αριστεράς,ολίγη απο όλα ,σαν τον τούρκικο καφε πούπινε κάθε απόγευμα.

Ηταν καλός μαθητής,και έγινε και καλός φοιτητής όταν ήρθε στην Αθήνα και μπήκε πλεισίστιος στο ΕΜΠ.
Καμάρι οι γονείς,στάμπα και κόρδωμα ο ίδιος,ζήλεια ο αδελφός,και νάσου τα πρώτα οικογενειακά προβλήματα,ο καλός και σπουδαίος μαθητής που όλοι κάνανε το σκατό τους παξιμάδι να σπουδάσει και ο άλλος αδελφός δεν μπόρεσε να κάνει το ίδιο, τόλεγε στους κολλητούς του στο χωριό,και σε μια γκιόσα γυναίκα που αργότερα παντρεύτηκε,αγνοώντας η ξεχνώντας οτι,η διαφορά του ντουβαριού και του σχολειού δεν ήταν οι πέτρες.

Μπήκε ο Μενέλαος και στα πολιτικά,των νεολαιών,κάπου εκεί αριστερά γωνία,παρέες,πάρλα,και μούσι,καμπάνα παντελόνι,τσιγάρο άφιλτρο σαντέ και φαβορίτα γκανιάν.

Ηταν συμπαθητικούλης,όχι ψηλός,με μάτια,άλλοτε γλαρά για να ρίχνει καμμιά γκόμενα,και άλλοτε ψυχρά σαν πάγος,όταν ήθελε να δείξει οτι είχε στόχους.
Δεν είχε τα κότσια να μπεί βαθιά στην πολιτική,ήθελε να λέει οτι πολεμάει το σύστημα, αλλά δεν ήθελε να είναι μέσα σε αυτό,δήθεν.
Χωριό-σχολείο,γυμνάσιο-πανεπιστήμιο,μέχρι κείνο το σημείο πολύ καλά,μετά ήρθαν τα δύσκολα .
Είχε και μια σπάνια ιδιομορφία,τούλειπε το ένα αρχίδι,ήταν μονάρχιδος,το δεξιό το αριστερό θα σας γελάσω,μάλλον το δεξιό,και είχε και ένα μέτριο τσουτσούνι ,τι μέτριο τώρα ,άσε.
Μια φορά που πήγε με μια της ΚΝΕ,τον κοίταξε καλά-καλά,και έβαλε κάτι τσιριχτά γέλια ''τι αυτό σύντροφε ;'' ''Ποιό την ρωτάει ο Μενέλαος ''
και αυτή η σκρόφα ,τι του απάντησε ,''το δείγμα το είδαμε ,θα μας δείξεις και το κανονικό ;''
Απο τότε κάτι έσπασε μέσα του,και όλα αυτά τα θέματα τα είχε μέσα του αμπαλαρισμένα .

Τέλειωσε το πολυτεχνείο ,πολιτικός μηχανικός,ούτε πολιτικός έγινε,ούτε μηχανικός ήτανε,αλλά το πακέτο πολιτικός μηχανικός ήταν ότι έπρεπε για την συνέχεια.
Δούλεψε σε σημαντικές θέσεις,πάντα σαν υπάλληλος και στέλεχος,πάντα μακρυά απο την οικοδομή και τις κατασκευές.
Ηταν καλός,ήταν προσεκτικός,και φιλικός,πάντα όμως κάτι του έλειπε,πολύ πιό μεγάλο,κάτι νάναι δικό του,πίστευε στον εαυτόν του,και ήθελε να ορίζει την τύχη του, εννοώντας οτι,ήθελε να φτάσει εκεί που είχε ονειρευτεί,αγναντεύοντας τα βουνά στο χωριό του..
Τούλειπαν τα χρήματα,πίστευε τόσο πολύ στον ευατόν του,τόσο,που αναρωτιόταν τι δεν έκανε καλά,κοιτούσε,παρατηρούσε,μύριζε ,αλλά πάντα κάτι γινόταν και δεν έφτανε στην πηγή ,Κυλούσε το νερό της ζωης του και αυτός ακόμη να ξεδιψάσει .
Τώρα στα πρώτα ήντα,θέλει να πάρει πίσω αυτό που δικαιούται .
Κοιταζόταν στον καθρέπτη,τώρα πιά δεν ήταν γλυκούλης αλλά μόνο συμπαθής νεόγερος,το μάτι του όμως έκοβε φέτες την άκρατη του δίψα και φλόγα .

Θα προλάβει νάχει το ονειρό του όπως το έχει σχεδιάσει;θα φτάσει να δεί το νερό να φτάνει στην θάλασσα;θα μπορέσει το άνοιγμα των ματιών του ,να δεί ,να γίνεται, σημαντικός και πλούσιος;
Η θα περιμένει οτι και κάποιος άλλος θα βοηθήσει να μοιραστεί την ισορροπία μαζί του ,κάνοντας κι'άλλους συμβιβασμούς ..
Θα πετύχει ;
Δεν είναι άνθρωπος της σημερινής παρακμής,εκμεταλεύετει την παρακμή,αυτός δεν ζεί με το παρελθόν,αυτός θέλει να είναι στο διατημόπλοιο για να σταματήσει το χρόνο.
Ο Μενέλαος το Γεράκι,είναι ο παρατηρητής του ευατού του προς την επιτυχία ,που ο ίδιος έχει προδικάσει.

Μενέλαος ο Μπούφος 
Γεννήθηκε και αυτός σε ορεινό χωριό,στην δεκαετία επίσης του 60.
Φτώχεια μεγάλη,απόσταση έτη φωτός απο το κόσμο,ένα χωριό πεταγμένο στην σμίξη δυό θεόρατων βουνών.
Εδώ ο χρόνος είχε σταματήσει,η θεωρία της σχετικότητας σε όλο της το μεγαλείο ,οι άνθρωποι γέρναγαν και πέθαιναν χωρίς να ξέρουν γιατί .
Πόλεμος,και μετά εμφύλιος,εθνικοί και αντάρτες είχαν το χωριό του Μενέλαου σαν κλωτσοσκούφι..
Μπαίναν και οι μεν,και οι δε,ζήταγαν να φάνε,να πιούνε,από αυτά τα πολύ λίγα που είχε το χωριό,εν ονόματι του βασιλιά την μιά φορά,του Μάρκου και του Ζαχαριάδη την άλλη..
Ενα χωριό κινούμενη άμμος,δεν προλάβαινε να σταθεροποιηθεί πουθενά,δεξιό την μιά βδομάδα,αριστερό την άλλη .
Ο πατέρας του Μενάλαου ήταν αγρότης με τα όλα του,αγροίκος στους τρόπους, άγριος σαν θεριό ,αξύριστος πάντα,με ένα μουστάκι,σαν βούρτσα έμοιαζε.
Χωράφια,ζωντανά,καφενείο,τσίπουρο,φασαρίες,φωνές,έμπαινε ο χωροφύλαξ κλάνανε μέντες όλοι,έφευγε Ζήτω το ΕΑΜ,έμπαινε ο Μάρκος,πάλι ζήτω το ΕΑΜ έφευγε ο Μάρκος ,Ζήτω η ΕΛΛΑΣ.
Ολοι με όλους,έτσι πήγαινε η ζωή,έτσι μπορούσε να εξαργυρώσει ο καθένας μια θέση στο σκουπιδιάρικο που λεγόταν κράτος,και ο τυχερός δημόσιος υπάλληλος .

Ο Μενέλαος ήταν ένα στρουμπουλό αγόρι,είχε ακόμη τρία αδέλφια,ένα ψιλόλιγνο αδελφό,μιά σβούρα αδελφή,και ένα πιο μικρό τσογλάνι με κάτι ξανθά μαλλιά σαν πρόκες .
Πήγε σχολείο δημοτικό,εκεί στο χωριό,δηλαδή πήγαινε,όποτε τον άφηνε ο πατέρας του,απο τις δουλειές στα χωράφια και έμαθε πέντε πίτουρα γράμματα .
Η μάννα του,μια γυναικούλα του χωριού χοντρούλα σαν ξεχειλισμένο βαρέλι ξυδιού, επέμενε να πάει το παιδί στην πόλη να σπουδάσει στο γυμνάσιο .
Πες απο δώ,γκρίνια το βράδυ στο κρεβάτι,ένα πήδημα στα μουγκά,τον κατάφερε τον ''γέρο''.
Τα δυο αγόρια στο γυμνάσιο,ο μικρός αλητάμπουρας στο χωριό,και η αδελφή στα χαρακώματα του νεροχύτη,να ψάχνει το γαμπρό στα κρυφά και στις ρούγες .
Κουτσοπέρασε το γυμνάσιο και Λύκειο,στέναξαν τα μπιλιάρδα και τα σφαιριστήρια στην γειτονιά,ανεβοκατέβαινε στο χωριό,το φθινόπωρο και την άνοιξη,το χειμώνα λόγω καιρού την γλύτωνε,αλλά το καλοκαίρι ήτανε κάθε μέρα στα χωράφια ,αυτή ήτανε και η συμφωνία με τον πατέρα του .
Τέλειωσε το Λύκειο με έντεκα,και δέκα δωδέκατα,σχεδόν δώδεκα, και βάλθηκε να βρεί το όνειρο του στην Αθήνα.
Αυτός δεν ήξερε για πηγές,για θεωρίες,ούτε ήξερε ακόμη, για ενα γκαρσόνι στο Σικάγο που όταν θα  χτύπαγε τα χέρια του,αυτός θα καθόταν σούζα να τον εξυπηρετήσει .

Τ''αφησε όλα στο καλό Θεό,στα νιάτα του.και στην μοίρα του,που ως γνωστόν,όλα τα ορίζει τα κατευθύνει,τα σφάζει,και τα μαχαιρώνει,και νάμαστε και φχαριστημένοι .
Δεν γνώρισε πολλές γυναίκες στην ζωή του,βρήκε μιά την παντρεύτηκε μικρός,έκαμε και δυό παιδιά,και περίμενε, κάποιος να του δώσει μιά,για να αρχίσει το νερό να κυλάει,να βρεί το ρόλο του,να πετύχει κάτι στην ζωή του.
Μέσα του κάτι δεν ήταν κολημένο σωστά,κάτι έσπαγε κάθε φορά που βρισκόταν σε δυσκολία,δεν ήθελε πολλά πολλά ,ούτε να μάθει,ούτε να ξέρει ,φοβόταν οτι όλα αυτα θέλαν πολύ δουλειά και τα απέφευγε..
Βρήκε μια δουλίτσα,δούλευε και η γυναικούλα του,μια ψηλή και άχαρη ξανθιά,και μεγάλωναν τα κουτσούβελα μές στην γκρίνια και στην στέρηση,ευτυχώς πούχε και την αμερικάνικη βοήθεια απο το χωριό και τα βόλευε .
Δεν μπόρεσε ούτε να κλέψει,ούτε να παρανομήσει χοντρά,νόμιζε πώς έβλεπε τον γέρο πατέρα του να τον αγριοκοιτάζει και να σουφρώνει τα τσόχινα μουστάκια του .

Ητανε αφελής και βολικός,έτσι ήθελα να δείχνει σε όλους,αυτό το ύφος του καλού παιδιού .Μέσα του όμως,είχε μια βράση,μια χύτρα που έκαιγε ένα χυλό θυμού ,ασταμάτητα .
Ποτέ δεν  μπορούσε να τελειώσει κάτι ολοκληρωτικά ,το ξεκίναγε,είχε όρεξη,είχε κέφι, μια υποτιμητική ματιά όμως,ήταν αρκετή να τον κολώσει,να κάνει πίσω ,να έχει αμφιβολίες .
Ειχε και αυτό το πρόβλημα της πρώιμης εκσπερμάτωσης που του μίκρυνε πάντα την αυτο πεποίθηση,αλλά μέχρι τώρα καμμία γυναίκα δεν τόκανε θέμα,και πίστευε οτι το είχε βολέψει .
Εφταιγε η πολύ μαλακία όταν μικρός,έφτιαγε η ξενέρωτη ξερακιανή,δεν τολμούσε να το συζητήσει με κανένα.Με μια γκομενίτσα που είχε κάποτε τα πήγαινε μια χαρά ,άρα έφταιγε η ψηλή ,σκεφτότανε.

Ανοιξε ένα μαγαζί και πούλαγε χρώματα και υλικά οικοδομής,είχε μαζέψει και κάτι φράγκα απο πρίν,και άπλωσε την ζωή του σαν τον τραχανά πούβαζε η μάνα του στα κεραμίδια .
Οταν πήγε να πάρει το πρώτο του δάνειο απο την τράπεζα,που ήταν δίπλα στο πρώτο του μικρό μαγαζί,έκανε βόλτες γύρω -γύρω μέχρι να αποφασίσει να μπεί μέσα , κάποια στιγμή πήρε όλα τα θάρητα του,και μπήκε φουριόζος και βρέθηκε απένταντι σε ένα τύπο με μεγάλα μυωπικά γυαλιά να το κοιτάσει απορημένος .Πήρε και το υπόλοιπο θάρρος που του περίσευε,και όρμησε .
Του πήρε,τρείς-τέσσαρες φορές να συνηθίσει,μετά ποιός τον έπιανε,μπαινόβγαινε με τόση άνεση σαν το σπίτι του,που λέει ο λόγος .
Πήρε το κολάι με όλους,στην αρχή λίγος φόβο,αλλά μετά κολλητός με όλους φιλαράκια και άνεση,και δώστου οι φιλοφρονήσεις ,''ελα δικέ μου '' σιγά ρε μαλάκα '' τέτοια οικειότητα με το σύστημα .

Πήρε δάνεια,μεγάλωνε η δουλειά,δούλευε όχι και πάρα πολύ ,άρχισε να κλέβει την εφορία,σιγά σιγά δεν πλήρωνε και το ΙΚΑ,και μάζευε λίπος,μετά μάζευε και χρέη είχε και τρία αυτοκίνητα, ένα γι'αυτόν,τζιπ οχι SUV,ένα Golf η γυναίκα του,και ένα ακόμη για ώρα ανάγκης,είχε ενοικιάσει και ενα εξοχικό,γενικώς πέρναγε άρχοντας.
Ομως τον δρόμο του δεν το βρήκε,χάθηκε,άρχισε να μαζεύει χρέη ,στράβωσαν τα πράγματα,κάποιος χτύπησε τα χέρια του στο Βερολίνο και έπιασε πνευμονία όλη η Ελλάδα και ο Μενέλαος σε βαριά μορφή .
Το νερό που κάποια στιγμή ξεκίνησε απο την πηγή ψηλά στο βουνό κάπου στάνιαρε,σε κάτι βράχια,και ο ίδιος δεν έβλεπε οτι χρειαζόταν να σπρώξει την μικρή πέτρα που το εμπόδιζε .

Πολιτικά ο Μενέλαος ήταν σαν κυλιόμενη σκάλα που τον πήγαινε εύκολα,η σαν ασανσέρ,βολικά εύκολα,και πρόθυμα πάντα .Η διαδρομή του,απο κάπου λίγο δεξιά όχι πολύ όμως,ΔΗΑΝΑ ας πούμε,μέχρι κάπως αριστερά ΔΗΜΑΡ,μέχρι εκεί .

Φοβάται σήμερα ο Μενέλαος ;Oχι πιά.Γιατί άλλωστε ;
Ελπιζει σε κάτι ο Μενέλαος και παλεύει για αυτό;
Θέλει μαζί με άλλους να βρούνε την ισοροπία τους;
Eχει ένα στόχο και ψάχνει να βρεί τον καλλίτερο τρόπο για να τον πετύχει;

H απάντηση σε όλα αυτά,είναι .. θα δούμε 

Και ο πρώτος Μενάλαος και ο δεύτερος,ξεκίνησαν απο την ίδια αφετηρία ,
σήμερα και οι δυό νεόγεροι πιά ,ο ένας να περιμένει αυτό που θέλει με πείσμα και ο άλλος παράτησε την προσπάθεια και περιμένει απο τους άλλους .

Μενέλαος ,ο νεόγερος 

ΔΕΛΦΙΝΟΣΗΜΟΣ



Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13:ΘΕΩΡΙΕΣ ΥΠΝΟΥ

  Είχα πέσει για ύπνο,νωρίς σχετικά,πάντα το έκανα έτσι,από φόβο,μην και δεν τηρήσω το μέτρο,μην και χαλάσω μια ισορροπία φτιαγμένη στα μέτρ...